προσεπιπλέω: Difference between revisions

From LSJ

ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in

Source
(6_13a)
(34)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προσεπιπλέω''': μέλλ. -πλεύσομαι, [[πλέω]] πρὸς ἢ [[ἐναντίον]], [[Πολυδ]]. Α΄, 124.
|lstext='''προσεπιπλέω''': μέλλ. -πλεύσομαι, [[πλέω]] πρὸς ἢ [[ἐναντίον]], [[Πολυδ]]. Α΄, 124.
}}
{{grml
|mltxt=Α [[ἐπιπλέω]]<br />[[εκτός]] τών άλλων επιτίθεμαι με πλοία κι εγώ.
}}
}}

Revision as of 12:23, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσεπιπλέω Medium diacritics: προσεπιπλέω Low diacritics: προσεπιπλέω Capitals: ΠΡΟΣΕΠΙΠΛΕΩ
Transliteration A: prosepipléō Transliteration B: prosepipleō Transliteration C: prosepipleo Beta Code: prosepiple/w

English (LSJ)

   A sail towards or against, Poll.1.124.

German (Pape)

[Seite 761] (s. πλέω), daraufzu-, darauflosschiffen, zu Schiffe angreifen, Poll.

Greek (Liddell-Scott)

προσεπιπλέω: μέλλ. -πλεύσομαι, πλέω πρὸς ἢ ἐναντίον, Πολυδ. Α΄, 124.

Greek Monolingual

Α ἐπιπλέω
εκτός τών άλλων επιτίθεμαι με πλοία κι εγώ.