εὐπερίληπτος: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλ' ἐσθ' ὁ θάνατος λοῖσθος ἰατρός κακῶν → but death is the ultimate healer of ills

Source
(6_16)
(15)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐπερίληπτος''': -ον, εὐκόλως περιλαμβανόμενος· [[ἐντεῦθεν]], συνεσταλμένος, [[στενός]], Πολύβ. 7. 7, 6. ΙΙ. εὐκόλως κατανοούμενος, Πορφυρίου περὶ Ἀποχ. Ἐμψύχ. 3. 4.
|lstext='''εὐπερίληπτος''': -ον, εὐκόλως περιλαμβανόμενος· [[ἐντεῦθεν]], συνεσταλμένος, [[στενός]], Πολύβ. 7. 7, 6. ΙΙ. εὐκόλως κατανοούμενος, Πορφυρίου περὶ Ἀποχ. Ἐμψύχ. 3. 4.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (ΑΜ [[εὐπερίληπτος]], -ον)<br />αυτός που γίνεται εύκολα [[κατανοητός]], ο ευκολονόητος<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που συνοψίζεται εύκολα<br /><b>2.</b> <b>συνεκδ.</b> ο μη [[διεξοδικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> <i>περι</i>-[[ληπτός]] (<span style="color: red;"><</span> [[περιλαμβάνω]])].
}}
}}

Revision as of 07:14, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐπερίληπτος Medium diacritics: εὐπερίληπτος Low diacritics: ευπερίληπτος Capitals: ΕΥΠΕΡΙΛΗΠΤΟΣ
Transliteration A: euperílēptos Transliteration B: euperilēptos Transliteration C: efperiliptos Beta Code: eu)peri/lhptos

English (LSJ)

ον,

   A easily embraced, Hippiatr.14.    2 metaph., limited, ὑποθέσεις Plb.7.7.6.    II easy to comprehend, ἀνθρώπῳ Porph.Abst.3.4.

German (Pape)

[Seite 1088] leicht zu umfassen, also nicht sehr ausgedehnt, Pol. 7, 7, 6.

Greek (Liddell-Scott)

εὐπερίληπτος: -ον, εὐκόλως περιλαμβανόμενος· ἐντεῦθεν, συνεσταλμένος, στενός, Πολύβ. 7. 7, 6. ΙΙ. εὐκόλως κατανοούμενος, Πορφυρίου περὶ Ἀποχ. Ἐμψύχ. 3. 4.

Greek Monolingual

-η, -ο (ΑΜ εὐπερίληπτος, -ον)
αυτός που γίνεται εύκολα κατανοητός, ο ευκολονόητος
αρχ.
1. αυτός που συνοψίζεται εύκολα
2. συνεκδ. ο μη διεξοδικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + περι-ληπτός (< περιλαμβάνω)].