ἀπόρρησις: Difference between revisions

From LSJ

ἐν δὲ μηνὸς πρῶτον τύχεν ἆμαρ → it chanced to be on the first of the month, that day fell on the first of the month

Source
(6_8)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπόρρησις''': -εως, ἡ, ([[ἀπερῶ]]), [[ἀπαγόρευσις]], Πλάτ. Σοφ. 258A· παρὰ τὴν ἀπ. Δημ. 902. 25. ΙΙ. ἡ [[ἐγκατάλειψις]] ζητήματος, ἄρνησις, Πλάτ. Πολ. 357A, πρβλ. Φαίδωνα 99D. ΙΙΙ. [[ἀποκήρυξις]] υἱοῦ, [[ἀποκλήρωσις]], Ἰσαῖος περὶ Μενεκλ. κλήρ. 36: -[[ἀποκήρυξις]], [[διάλυσις]] ἀνακωχῆς, Πολύβ. 14. 2, 14. IV. [[ὑποχώρησις]], [[κατάπτωσις]], [[ἀποτυχία]], Ἀριστείδ. 1. 374.
|lstext='''ἀπόρρησις''': -εως, ἡ, ([[ἀπερῶ]]), [[ἀπαγόρευσις]], Πλάτ. Σοφ. 258A· παρὰ τὴν ἀπ. Δημ. 902. 25. ΙΙ. ἡ [[ἐγκατάλειψις]] ζητήματος, ἄρνησις, Πλάτ. Πολ. 357A, πρβλ. Φαίδωνα 99D. ΙΙΙ. [[ἀποκήρυξις]] υἱοῦ, [[ἀποκλήρωσις]], Ἰσαῖος περὶ Μενεκλ. κλήρ. 36: -[[ἀποκήρυξις]], [[διάλυσις]] ἀνακωχῆς, Πολύβ. 14. 2, 14. IV. [[ὑποχώρησις]], [[κατάπτωσις]], [[ἀποτυχία]], Ἀριστείδ. 1. 374.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> interdiction, défense;<br /><b>2</b> récusation.<br />'''Étymologie:''' ἀπορρηθῆναι, v. [[ἀπερῶ]], [[ἀπεῖπον]].
}}
}}

Revision as of 19:30, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπόρρησις Medium diacritics: ἀπόρρησις Low diacritics: απόρρησις Capitals: ΑΠΟΡΡΗΣΙΣ
Transliteration A: apórrēsis Transliteration B: aporrēsis Transliteration C: aporrisis Beta Code: a)po/rrhsis

English (LSJ)

εως, ἡ, (ἀπερῶ)

   A forbidding, prohibition, Pl.Sph.258c; interdictionof judgement, παρὰ τὴν ἀ. D.33.31; δίκη τῆς ἀ. Is.2.29.    II (ἀπείρηκα) givingup, Pl.R.357a; ἀ. μαρτυρίας refusalto give testimony, Plu.Mar.5; renunciation of a truce, Plb.14.2.14.    III disowning of a son, = ἀποκήρυξις, Suid.    IV giving in, flagging, -σιν ποιήσασθαι Aristid.1.374J.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπόρρησις: -εως, ἡ, (ἀπερῶ), ἀπαγόρευσις, Πλάτ. Σοφ. 258A· παρὰ τὴν ἀπ. Δημ. 902. 25. ΙΙ. ἡ ἐγκατάλειψις ζητήματος, ἄρνησις, Πλάτ. Πολ. 357A, πρβλ. Φαίδωνα 99D. ΙΙΙ. ἀποκήρυξις υἱοῦ, ἀποκλήρωσις, Ἰσαῖος περὶ Μενεκλ. κλήρ. 36: -ἀποκήρυξις, διάλυσις ἀνακωχῆς, Πολύβ. 14. 2, 14. IV. ὑποχώρησις, κατάπτωσις, ἀποτυχία, Ἀριστείδ. 1. 374.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
1 interdiction, défense;
2 récusation.
Étymologie: ἀπορρηθῆναι, v. ἀπερῶ, ἀπεῖπον.