Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἐπιπιέζω: Difference between revisions

From LSJ
(6_2)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιπιέζω''': [[πιέζω]] [[ἐπάνω]], ἀλλ’ Ὀδυσεὺς ἐπὶ μάστακα χερσὶ πίεζεν, «τουτέστιν ὁ Ὀδυσσεὺς ταῖς χερσὶν [[αὐτοῦ]] ἐκώλυε τὸ [[στόμα]] τοῦ Ἀντίκλου μὴ λαλῆσαί τι» (Σχόλ.), Ὀδ. Δ. 287· εἵπετο δ’ αὐτὸς λαιὸν ἐπὶ στιβαρῷ πιέσας ποδὶ Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 1335.
|lstext='''ἐπιπιέζω''': [[πιέζω]] [[ἐπάνω]], ἀλλ’ Ὀδυσεὺς ἐπὶ μάστακα χερσὶ πίεζεν, «τουτέστιν ὁ Ὀδυσσεὺς ταῖς χερσὶν [[αὐτοῦ]] ἐκώλυε τὸ [[στόμα]] τοῦ Ἀντίκλου μὴ λαλῆσαί τι» (Σχόλ.), Ὀδ. Δ. 287· εἵπετο δ’ αὐτὸς λαιὸν ἐπὶ στιβαρῷ πιέσας ποδὶ Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 1335.
}}
{{bailly
|btext=presser sur.<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[πιέζω]].
}}
}}

Revision as of 19:57, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιπῐέζω Medium diacritics: ἐπιπιέζω Low diacritics: επιπιέζω Capitals: ΕΠΙΠΙΕΖΩ
Transliteration A: epipiézō Transliteration B: epipiezō Transliteration C: epipiezo Beta Code: e)pipie/zw

English (LSJ)

   A press upon, ἐπὶ μάστακα χερσὶ πίεζε Od.4.287; λαῖον ἐπὶ στιβαρῷ πιέσας ποδί A.R.3.1335, cf. Dsc.2.4.

German (Pape)

[Seite 969] daraufdrücken; man rechnet als Tmesis hierher ἐπὶ μάστακα χερσὶ πίεζεν Od. 4, 287; ποδί, darauftreten, Ap. Rh. 3, 1335.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιπιέζω: πιέζω ἐπάνω, ἀλλ’ Ὀδυσεὺς ἐπὶ μάστακα χερσὶ πίεζεν, «τουτέστιν ὁ Ὀδυσσεὺς ταῖς χερσὶν αὐτοῦ ἐκώλυε τὸ στόμα τοῦ Ἀντίκλου μὴ λαλῆσαί τι» (Σχόλ.), Ὀδ. Δ. 287· εἵπετο δ’ αὐτὸς λαιὸν ἐπὶ στιβαρῷ πιέσας ποδὶ Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 1335.

French (Bailly abrégé)

presser sur.
Étymologie: ἐπί, πιέζω.