σταχυοτρόφος: Difference between revisions
From LSJ
καὶ οὐκ ἐκδικᾶταί σου ἡ χείρ, καὶ οὐ μηνιεῖς τοῖς υἱοῖς τοῦ λαοῦ σου καὶ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν· ἐγώ εἰμι κύριος. Τὸν νόμον μου φυλάξεσθε → Let your hand not seek vengeance; do not show wrath toward the children of your people; love your neighbor as yourself. I am the Lord! Keep my Torah! (Leviticus 19:18f. LXX)
(6_18) |
(38) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''στᾰχυοτρόφος''': -ον, ὁ τρέφων στάχυας σίτου, Ὀρφ. Ὕμν. 39. 3. | |lstext='''στᾰχυοτρόφος''': -ον, ὁ τρέφων στάχυας σίτου, Ὀρφ. Ὕμν. 39. 3. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=και [[σταχυητρόφος]], -ον, Α<br />αυτός που τρέφει τα στάχια, που δίνει ζωή στα [[σιτηρά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στάχυς]], -<i>υος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>τρόφος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τρέφω]]), <b>πρβλ.</b> <i>κτηνο</i>-<i>τρόφος</i>. Το συνδετικό [[φωνήεν]] -<i>η</i>- του τ. [[σταχυητρόφος]] οφείλεται σε μετρικούς λόγους]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:31, 29 September 2017
English (LSJ)
ον,
A nourishing ears of corn, Orph.H.40.3.
German (Pape)
[Seite 931] Aehren nährend, Orph. H. 39, 3.
Greek (Liddell-Scott)
στᾰχυοτρόφος: -ον, ὁ τρέφων στάχυας σίτου, Ὀρφ. Ὕμν. 39. 3.
Greek Monolingual
και σταχυητρόφος, -ον, Α
αυτός που τρέφει τα στάχια, που δίνει ζωή στα σιτηρά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στάχυς, -υος + -τρόφος (< τρέφω), πρβλ. κτηνο-τρόφος. Το συνδετικό φωνήεν -η- του τ. σταχυητρόφος οφείλεται σε μετρικούς λόγους].