Κυκλοβόρος: Difference between revisions
From LSJ
Πέτρος Ἰουδαίοις τάδε πρῶτα τεθέσπικε πιστοῖς → Peter has laid down the following first writing for the Jewish faithful
(Bailly1_3) |
(5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (ὁ) :<br />Cycloborus, <i>torrent de l’Attique</i>.<br />'''Étymologie:''' [[κύκλος]], [[βιβρώσκω]]. | |btext=ου (ὁ) :<br />Cycloborus, <i>torrent de l’Attique</i>.<br />'''Étymologie:''' [[κύκλος]], [[βιβρώσκω]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''Κυκλοβόρος:''' -ου, ὁ (βι-βρώσκω)· Κυκλόβορος, [[χείμαρρος]] στην Αττική, σε Αριστοφ. | |||
}} | }} |
Revision as of 00:00, 31 December 2018
English (LSJ)
ὁ, torrent in Attica,
A κεκράκτης, Κυκλοβόρου φωνὴν ἔχων Id.Eq.137; ᾤμην δ' ἔγωγε τὸν K. κατιέναι Id.Fr.636.
Greek (Liddell-Scott)
Κυκλοβόρος: ὁ, χαράδρα, χείμαρρος ἐν Ἀττικῇ ῥέων μετὰ πολλοῦ ψόφου, κεκράκτης, Κυκλοβόρου φωνὴν ἔχων Ἀριστοφ. Ἱππ. 137· ᾤμην δ’ ἔγωγε τὸν Κ. κατιέναι ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 539· ἴδε ἐν λέξ. χαράδρα. (Πιθ. ἐκ √ΒΟΡ, βιβρώσκω).
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
Cycloborus, torrent de l’Attique.
Étymologie: κύκλος, βιβρώσκω.
Greek Monotonic
Κυκλοβόρος: -ου, ὁ (βι-βρώσκω)· Κυκλόβορος, χείμαρρος στην Αττική, σε Αριστοφ.