καταμφικαλύπτω: Difference between revisions

From LSJ

Λιμὸς μέγιστον ἄλγος ἀνθρώποις ἔφυ → Inter dolores maximum humanos fames → Der Hunger ist den Menschen allergrößter Schmerz

Menander, Monostichoi, 320
(Bailly1_3)
(19)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=recouvrir complètement.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[ἀμφικαλύπτω]].
|btext=recouvrir complètement.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[ἀμφικαλύπτω]].
}}
{{grml
|mltxt=[[καταμφικαλύπτω]] (Α)<br />[[καλύπτω]] καλά από όλες τις πλευρές.
}}
}}

Revision as of 07:22, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταμφικᾰλύπτω Medium diacritics: καταμφικαλύπτω Low diacritics: καταμφικαλύπτω Capitals: ΚΑΤΑΜΦΙΚΑΛΥΠΤΩ
Transliteration A: katamphikalýptō Transliteration B: katamphikalyptō Transliteration C: katamfikalypto Beta Code: katamfikalu/ptw

English (LSJ)

strengthd. for ἀμφικαλ-,

   A put all round, κεφαλῇ δὲ κατὰ ῥάκος ἀμφικαλύψας Od.14.349.

German (Pape)

[Seite 1364] = ἀμφικαλύπτω; als Tmesis rechnet man hierher Od. 14, 349 κεφαλῇ δὲ κατὰ ῥάκος ἀμφικαλύψας.

Greek (Liddell-Scott)

καταμφικαλύπτω: ἐπιτεταμ. ἀντὶ τοῦ ἀμφικαλ-, περιθέτω, περιβάλλω ὡς κάλυμμα (ἡ κατὰ ἐν τμήσει), κεφαλῇ δὲ κατὰ ῥάκος ἀμφικαλύψας Ὀδ. Ξ. 349.

French (Bailly abrégé)

recouvrir complètement.
Étymologie: κατά, ἀμφικαλύπτω.

Greek Monolingual

καταμφικαλύπτω (Α)
καλύπτω καλά από όλες τις πλευρές.