τίταξ: Difference between revisions

From LSJ

ἡδέως γὰρ ἀνέχεσθε τῶν ἀφρόνων → for you suffer fools gladly (2 Corinthians 11:19)

Source
(Bailly1_5)
(41)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=(ὁ) :<br />roi.<br />'''Étymologie:''' DELG [[Τιτάν]].
|btext=(ὁ) :<br />roi.<br />'''Étymologie:''' DELG [[Τιτάν]].
}}
{{grml
|mltxt=Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[ἔντιμος]] ἤ [[δυνάστης]], οἱ δὲ [[βασιλεύς]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. συνδέεται πιθ. με το θ. της λ. <i>Τιτᾶνες</i> και έχει σχηματιστεί με [[επίθημα]] -<i>αξ</i> (<b>πρβλ.</b> [[άναξ]])].
}}
}}

Revision as of 12:57, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τίταξ Medium diacritics: τίταξ Low diacritics: τίταξ Capitals: ΤΙΤΑΞ
Transliteration A: títax Transliteration B: titax Transliteration C: titaks Beta Code: ti/tac

English (LSJ)

ἔντιμος, ἢ δυνάστης, οἱ δὲ βασιλεύς, Hsch.

German (Pape)

[Seite 1120] ὁ, = βασιλεύς, Hesych., fem. τιτήνη.

Greek (Liddell-Scott)

τίταξ: ἔντιμος, ἢ δυνάστης, οἱ δὲ βασιλεὺς» Ἡσύχ.

French (Bailly abrégé)

(ὁ) :
roi.
Étymologie: DELG Τιτάν.

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «ἔντιμοςδυνάστης, οἱ δὲ βασιλεύς».
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεται πιθ. με το θ. της λ. Τιτᾶνες και έχει σχηματιστεί με επίθημα -αξ (πρβλ. άναξ)].