θύρη: Difference between revisions

From LSJ

τὴν πρὶν ἐνεσφρήγισσεν Ἔρως θρασὺς εἰκόνα μορφῆς ἡμετέρης θερμῷ βένθεϊ σῆς κραδίης → the image of my beauty that bold Love earlier stamped in the hot depths of your heart

Source
(Autenrieth)
(17)
Line 18: Line 18:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=[[door]], [[gate]], folding-doors, [[entrance]], Od. 13.370 ; ἐπὶ θύρῃσι, ‘at the [[court]]’ (cf. ‘Sublime Porte,’ of the Sultan, and [[Xenophon]]'s βασιλέως θύραι).
|auten=[[door]], [[gate]], folding-doors, [[entrance]], Od. 13.370 ; ἐπὶ θύρῃσι, ‘at the [[court]]’ (cf. ‘Sublime Porte,’ of the Sultan, and [[Xenophon]]'s βασιλέως θύραι).
}}
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />[[θύρη]], ἡ (Α)<br />ιων. και επικ. τ. του [[θύρα]].———————— <b>(II)</b><br />[[θύρη]], τὰ (Μ)<br />η [[πύλη]], τα δύο θυρόφυλλα της πύλης του αγίου βήματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μεταπλασμένος τ. του [[θύρα]] με [[μεταβολή]] γένους].
}}
}}

Revision as of 07:18, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θύρη Medium diacritics: θύρη Low diacritics: θύρη Capitals: ΘΥΡΗ
Transliteration A: thýrē Transliteration B: thyrē Transliteration C: thyri Beta Code: qu/rh

English (LSJ)

θύρηθι, Ion. and Ep. for θύρα, θύραθι.

Greek (Liddell-Scott)

θύρη: θύρηθε, Ἰων. καὶ Ἐπ. ἀντὶ θύρα, θύραθεν.

French (Bailly abrégé)

ion. c. θύρα.

English (Autenrieth)

door, gate, folding-doors, entrance, Od. 13.370 ; ἐπὶ θύρῃσι, ‘at the court’ (cf. ‘Sublime Porte,’ of the Sultan, and Xenophon's βασιλέως θύραι).

Greek Monolingual

(I)
θύρη, ἡ (Α)
ιων. και επικ. τ. του θύρα.———————— (II)
θύρη, τὰ (Μ)
η πύλη, τα δύο θυρόφυλλα της πύλης του αγίου βήματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. του θύρα με μεταβολή γένους].