ἑλικηδόν: Difference between revisions
ὑπὸ δὲ τῆς φιλαυτίας παρηγμένοι ἄλογα φασὶν τὰ ζῷα ἐφεξῆς τὰ ἄλλα σύμπαντα → it is self-love which leads them to say that all the other animals without exception are non-rational
(big3_14b) |
(11) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=adv. <br /><b class="num">1</b> [[helicoidalmente]], [[en espiral]] ἑ. περιείληφε κάτωθεν [[ἄνω]] προσάγων la corteza de un árbol, Thphr.<i>HP</i> 3.13.1, Ζεὺς ... νεφέλας ἑ. ἐπὶ στέρνοιο καθάψας Nonn.<i>D</i>.2.366, cf. 3.65.<br /><b class="num">2</b> anat. [[haciendo pliegues o circunvoluciones]] ἑ. ἐν κόλποις ἐνειλούμενον ... κόλον Hp.<i>Anat</i>.6, cf. Ruf.<i>Anat</i>.41.<br /><b class="num">3</b> de serpientes [[enrollándose]], [[formando espiras]] δράκοντες ἑ. Luc.<i>Hist.Cons</i>.19, cf. Nonn.<i>D</i>.1.195. | |dgtxt=adv. <br /><b class="num">1</b> [[helicoidalmente]], [[en espiral]] ἑ. περιείληφε κάτωθεν [[ἄνω]] προσάγων la corteza de un árbol, Thphr.<i>HP</i> 3.13.1, Ζεὺς ... νεφέλας ἑ. ἐπὶ στέρνοιο καθάψας Nonn.<i>D</i>.2.366, cf. 3.65.<br /><b class="num">2</b> anat. [[haciendo pliegues o circunvoluciones]] ἑ. ἐν κόλποις ἐνειλούμενον ... κόλον Hp.<i>Anat</i>.6, cf. Ruf.<i>Anat</i>.41.<br /><b class="num">3</b> de serpientes [[enrollándose]], [[formando espiras]] δράκοντες ἑ. Luc.<i>Hist.Cons</i>.19, cf. Nonn.<i>D</i>.1.195. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=(Α [[ἑλικηδόν]])<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> ελικοειδώς, σπειροειδώς<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[ελικηδόν]] [[γραφή]]» — [[είδος]] αρχαίας [[γραφής]] (τα γράμματα γράφονται [[έτσι]] ώστε να σχηματίζεται [[ελικοειδής]] [[γραμμή]] που διαβάζεται από την [[περιφέρεια]] [[προς]] το [[κέντρο]]). | |||
}} | }} |
Revision as of 07:07, 29 September 2017
English (LSJ)
Adv.
A = ἑλίγδην, spirally, ib.1, Luc.Hist.Conscr.19. II revolving in a circle, Nonn.D.1.195.
German (Pape)
[Seite 797] spiralförmig gewunden, Theophr., Hippocr. u. a. Sp., Nonn. D. 1, 195.
Greek (Liddell-Scott)
ἑλῐκηδόν: ἐπίρρ. = ἑλίγδην, Θεοφρ. π. τὰ Φυτ. Ἱστ. 3. 13, 1.
Spanish (DGE)
adv.
1 helicoidalmente, en espiral ἑ. περιείληφε κάτωθεν ἄνω προσάγων la corteza de un árbol, Thphr.HP 3.13.1, Ζεὺς ... νεφέλας ἑ. ἐπὶ στέρνοιο καθάψας Nonn.D.2.366, cf. 3.65.
2 anat. haciendo pliegues o circunvoluciones ἑ. ἐν κόλποις ἐνειλούμενον ... κόλον Hp.Anat.6, cf. Ruf.Anat.41.
3 de serpientes enrollándose, formando espiras δράκοντες ἑ. Luc.Hist.Cons.19, cf. Nonn.D.1.195.
Greek Monolingual
(Α ἑλικηδόν)
επίρρ.
1. ελικοειδώς, σπειροειδώς
2. φρ. «ελικηδόν γραφή» — είδος αρχαίας γραφής (τα γράμματα γράφονται έτσι ώστε να σχηματίζεται ελικοειδής γραμμή που διαβάζεται από την περιφέρεια προς το κέντρο).