διαμορφόω: Difference between revisions

From LSJ

τὸ δ' ἐξαίφνης τὸ ἐν ἀναισθήτῳ χρόνῳ διὰ μικρότητα ἐκστάν → suddenly refers to what has departed from its former condition in a time imperceptible because of its smallness

Source
(big3_11)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[dar forma]], [[configurar]] τὴν ψυχὴν πρὸς δόκιμον [[εἶδος]] Ph.2.368, δρῦν ... ὥσπερ τρόπαιον Plu.<i>Rom</i>.16, γῆν ... ταῖς σαῖς χερσί Gr.Nyss.<i>V.Macr</i>.397.8, ἐκ γῆς μὲν αὐτῷ ... τὸ σῶμα Bas.Sel.<i>Or</i>.M.85.328A, ἡ φαντασία ... τὸ σχῆμα ἀφ' ἑαυτῆς Simp.<i>in de An</i>.214.9, cf. Syrian.<i>in Metaph</i>.140.2, Eustr.<i>in APo</i>.93.5, en v. pas. θᾶσσον διαμορφοῦται τὸ ἄρρεν τοῦ θήλεος Ath.Med. en Orib.<i>Inc</i>.16.4, λέγει δὲ τὴν ὕλην διαμορφωθῆναι ὑπὸ τῆς ψυχῆς Plu.2.1030e<br /><b class="num">•</b>de la voz [[articular]] τὸ σχῆμα τῆς φωνῆς ... διαμεμορφωμένον Plu.2.722c.<br /><b class="num">2</b> [[representar alegóricamente]] τὰ τοῖς ἀρχαίοις συμβεβηκότα ... εἰς τύπον τῶν νοητῶν Cyr.Al.M.68.149C, ἐν εἴδει τῷ γυναικὸς ... τὴν ... ἀρετήν Cyr.Al.M.68.377B, cf. Thdt.<i>Eran</i>.225.
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[dar forma]], [[configurar]] τὴν ψυχὴν πρὸς δόκιμον [[εἶδος]] Ph.2.368, δρῦν ... ὥσπερ τρόπαιον Plu.<i>Rom</i>.16, γῆν ... ταῖς σαῖς χερσί Gr.Nyss.<i>V.Macr</i>.397.8, ἐκ γῆς μὲν αὐτῷ ... τὸ σῶμα Bas.Sel.<i>Or</i>.M.85.328A, ἡ φαντασία ... τὸ σχῆμα ἀφ' ἑαυτῆς Simp.<i>in de An</i>.214.9, cf. Syrian.<i>in Metaph</i>.140.2, Eustr.<i>in APo</i>.93.5, en v. pas. θᾶσσον διαμορφοῦται τὸ ἄρρεν τοῦ θήλεος Ath.Med. en Orib.<i>Inc</i>.16.4, λέγει δὲ τὴν ὕλην διαμορφωθῆναι ὑπὸ τῆς ψυχῆς Plu.2.1030e<br /><b class="num">•</b>de la voz [[articular]] τὸ σχῆμα τῆς φωνῆς ... διαμεμορφωμένον Plu.2.722c.<br /><b class="num">2</b> [[representar alegóricamente]] τὰ τοῖς ἀρχαίοις συμβεβηκότα ... εἰς τύπον τῶν νοητῶν Cyr.Al.M.68.149C, ἐν εἴδει τῷ γυναικὸς ... τὴν ... ἀρετήν Cyr.Al.M.68.377B, cf. Thdt.<i>Eran</i>.225.
}}
{{elru
|elrutext='''διαμορφόω:''' придавать образ, формировать (δρῦν [[ὥσπερ]] [[τρόπαιον]], λέγει [[Πλάτων]] τὴν ὕλην διαμορφωθῆναι ὑπὸ τῆς ψυχῆς Plut.).
}}
}}

Revision as of 18:28, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαμορφόω Medium diacritics: διαμορφόω Low diacritics: διαμορφόω Capitals: ΔΙΑΜΟΡΦΟΩ
Transliteration A: diamorphóō Transliteration B: diamorphoō Transliteration C: diamorfoo Beta Code: diamorfo/w

English (LSJ)

   A give form to, shape, ψυχὴν πρὸς εἶδος Ph.2.368; δρῦν ὥσπερ τρόπαιον Plu.Rom.16:—Pass., διαμεμορφωμένος articulate, Id.2.722c, cf. Ath.Med. ap. Orib.22.9.4.

German (Pape)

[Seite 590] gestalten, δρῦν ὥσπερ τρόπαιον, Plut. Rom. 17, u. öfter.

Greek (Liddell-Scott)

διαμορφόω: δίδω μορφὴν εἴς τι, σχηματίζω, Πλούτ. 2. 722C, κλ.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
donner une forme, façonner.
Étymologie: διά, μορφόω.

Spanish (DGE)

1 dar forma, configurar τὴν ψυχὴν πρὸς δόκιμον εἶδος Ph.2.368, δρῦν ... ὥσπερ τρόπαιον Plu.Rom.16, γῆν ... ταῖς σαῖς χερσί Gr.Nyss.V.Macr.397.8, ἐκ γῆς μὲν αὐτῷ ... τὸ σῶμα Bas.Sel.Or.M.85.328A, ἡ φαντασία ... τὸ σχῆμα ἀφ' ἑαυτῆς Simp.in de An.214.9, cf. Syrian.in Metaph.140.2, Eustr.in APo.93.5, en v. pas. θᾶσσον διαμορφοῦται τὸ ἄρρεν τοῦ θήλεος Ath.Med. en Orib.Inc.16.4, λέγει δὲ τὴν ὕλην διαμορφωθῆναι ὑπὸ τῆς ψυχῆς Plu.2.1030e
de la voz articular τὸ σχῆμα τῆς φωνῆς ... διαμεμορφωμένον Plu.2.722c.
2 representar alegóricamente τὰ τοῖς ἀρχαίοις συμβεβηκότα ... εἰς τύπον τῶν νοητῶν Cyr.Al.M.68.149C, ἐν εἴδει τῷ γυναικὸς ... τὴν ... ἀρετήν Cyr.Al.M.68.377B, cf. Thdt.Eran.225.

Russian (Dvoretsky)

διαμορφόω: придавать образ, формировать (δρῦν ὥσπερ τρόπαιον, λέγει Πλάτων τὴν ὕλην διαμορφωθῆναι ὑπὸ τῆς ψυχῆς Plut.).