διατιμητικός: Difference between revisions

From LSJ

θανάτου τῆς ζημίας ἐπικειμένης → the penalty is death

Source
(big3_11)
(9)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[que fija una pena]], [[penal]] νόμος Hippol.<i>Haer</i>.5.20.3.<br /><b class="num">2</b> [[que prueba]], [[probatorio]] Sud.
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[que fija una pena]], [[penal]] νόμος Hippol.<i>Haer</i>.5.20.3.<br /><b class="num">2</b> [[que prueba]], [[probatorio]] Sud.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (Μ [[διατιμητικός]], -ή, -όν)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αναφέρεται στη [[διατίμηση]]<br /><b>2.</b> ο [[χρήσιμος]] για [[ένδειξη]] ή υπολογισμό [[τιμής]] πράγματος<br /><b>μσν.</b><br />[[δοκιμαστικός]].
}}
}}

Revision as of 06:27, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διατῑμητικός Medium diacritics: διατιμητικός Low diacritics: διατιμητικός Capitals: ΔΙΑΤΙΜΗΤΙΚΟΣ
Transliteration A: diatimētikós Transliteration B: diatimētikos Transliteration C: diatimitikos Beta Code: diatimhtiko/s

English (LSJ)

   A gloss on δοκιμαστικός, Suid.

German (Pape)

[Seite 607] ή, όν, abschätzend, = δοκιμαστικός, Suid.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
1 que fija una pena, penal νόμος Hippol.Haer.5.20.3.
2 que prueba, probatorio Sud.

Greek Monolingual

-ή, -ό (Μ διατιμητικός, -ή, -όν)
νεοελλ.
1. αυτός που αναφέρεται στη διατίμηση
2. ο χρήσιμος για ένδειξη ή υπολογισμό τιμής πράγματος
μσν.
δοκιμαστικός.