ἔνυπνος: Difference between revisions

From LSJ

Στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν → No one loves the bearer of bad news

Sophocles, Antigone, 277
(big3_15)
(12)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[que aparece en los sueños]] φάντασμα <i>Trag.Adesp</i>.375<br /><b class="num">•</b>de pers. [[en sueños]], [[dormido]] ἔ. ἔτι ὢν ἀπήντησεν Arr.<i>Epict</i>.3.22.92.
|dgtxt=-ον<br />[[que aparece en los sueños]] φάντασμα <i>Trag.Adesp</i>.375<br /><b class="num">•</b>de pers. [[en sueños]], [[dormido]] ἔ. ἔτι ὢν ἀπήντησεν Arr.<i>Epict</i>.3.22.92.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἔνυπνος]], -ον (Α)<br />[[ενύπνιος]], αυτός που συμβαίνει ή εμφανίζεται στον ύπνο («ἔμαθον ἔνυπνον ὀμμάτων ἐμῶν ὄψιν», <b>Ευρ.</b>).
}}
}}

Revision as of 06:33, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔνυπνος Medium diacritics: ἔνυπνος Low diacritics: ένυπνος Capitals: ΕΝΥΠΝΟΣ
Transliteration A: énypnos Transliteration B: enypnos Transliteration C: enypnos Beta Code: e)/nupnos

English (LSJ)

ον,

   A = ἐνύπνιος, φάντασμα Trag.Adesp.375 (anap.); ὄψις (prob. for ἐνύπνιον) E.Hec.703 Herm.

German (Pape)

[Seite 860] = ἐνύπνιος, φάντασμα poet. bei Plut. de supsrst. 3.

Greek (Liddell-Scott)

ἔνυπνος: -ον, = ἐνύπνιος, Τραγ. παρὰ Πλουτ. 2. 166Α· ἴδε Πόρσ. εἰς Εὐρ. Ὀρ. 401. καὶ Ἕρμανν. εἰς Ἑκάβ. 704.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
poét. c. ἐνύπνιος.

Spanish (DGE)

-ον
que aparece en los sueños φάντασμα Trag.Adesp.375
de pers. en sueños, dormido ἔ. ἔτι ὢν ἀπήντησεν Arr.Epict.3.22.92.

Greek Monolingual

ἔνυπνος, -ον (Α)
ενύπνιος, αυτός που συμβαίνει ή εμφανίζεται στον ύπνο («ἔμαθον ἔνυπνον ὀμμάτων ἐμῶν ὄψιν», Ευρ.).