ἀντιπαθητικός: Difference between revisions
From LSJ
(big3_5) |
(5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ή, -όν [[opuesto a la pasividad]] Sch.Opp.<i>H</i>.1.653. | |dgtxt=-ή, -όν [[opuesto a la pasividad]] Sch.Opp.<i>H</i>.1.653. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ἀντιπαθητικός]], -ή, -όν)<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που προκαλεί [[αντιπάθεια]]<br /><b>αρχ.</b><br />ο [[αντίθετος]] στην [[παθητικότητα]], ο [[ενεργητικός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:55, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A opposed to passivity, Sch.Opp.H.1.653.
German (Pape)
[Seite 256] entgegenwirkend, Ael. H. A.
Spanish (DGE)
-ή, -όν opuesto a la pasividad Sch.Opp.H.1.653.
Greek Monolingual
-ή, -ό (Α ἀντιπαθητικός, -ή, -όν)
νεοελλ.
αυτός που προκαλεί αντιπάθεια
αρχ.
ο αντίθετος στην παθητικότητα, ο ενεργητικός.