διαδραματίζω: Difference between revisions

From LSJ

Μοχθεῖν ἀνάγκη τοὺς θέλοντας εὐτυχεῖν → Laboret is, beatam qui vitam cupit → Sich abarbeiten muss, wer glücklich leben will

Menander, Monostichoi, 338
(big3_11)
(9)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[representar en su totalidad]] una obra dramática τὸν τραγῳδὸν ... πρὸ τοῦ τελέσαι καὶ διαδραματίσαι ἀπαλλάσσεσθαι M.Ant.3.8, μόνος ὁ χωρὸς διεδραμάτιζεν D.L.3.56.
|dgtxt=[[representar en su totalidad]] una obra dramática τὸν τραγῳδὸν ... πρὸ τοῦ τελέσαι καὶ διαδραματίσαι ἀπαλλάσσεσθαι M.Ant.3.8, μόνος ὁ χωρὸς διεδραμάτιζεν D.L.3.56.
}}
{{grml
|mltxt=(Α [[διαδραματίζω]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[μετέχω]] σε κάποια [[δράση]] ως [[πρόσωπο]] δράματος<br /><b>2.</b> [[μετέχω]] σε [[δράση]] ή διαδικασίες, [[ασκώ]] [[επιρροή]] σε εξελίξεις<br /><b>3.</b> <i>διαδραματίζομαι</i><br />εξελίσσομαι, [[γίνομαι]], [[συμβαίνω]] ([[κατά]] δραματικό τρόπο)<br /><b>αρχ.</b><br />[[παριστάνω]] [[δράμα]] [[μέχρι]] τέλους.
}}
}}

Revision as of 07:03, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαδρᾱμᾰτίζω Medium diacritics: διαδραματίζω Low diacritics: διαδραματίζω Capitals: ΔΙΑΔΡΑΜΑΤΙΖΩ
Transliteration A: diadramatízō Transliteration B: diadramatizō Transliteration C: diadramatizo Beta Code: diadramati/zw

English (LSJ)

   A finish acting a play, M.Ant.3.8, D.L.3.56.

German (Pape)

[Seite 577] ein Schauspiel zu Ende spielen, M. Anton. 3, 8; u. allgemein, ἐν τῇ τραγωδίᾳ, D. L. 3, 56.

Greek (Liddell-Scott)

διαδρᾱμᾰτίζω: παριστῶ δρᾶμά τι μέχρι τέλους, Μ. Ἀντων. 3. 8, Διογ. Λ. 3. 56.

Spanish (DGE)

representar en su totalidad una obra dramática τὸν τραγῳδὸν ... πρὸ τοῦ τελέσαι καὶ διαδραματίσαι ἀπαλλάσσεσθαι M.Ant.3.8, μόνος ὁ χωρὸς διεδραμάτιζεν D.L.3.56.

Greek Monolingual

διαδραματίζω)
νεοελλ.
1. μετέχω σε κάποια δράση ως πρόσωπο δράματος
2. μετέχω σε δράση ή διαδικασίες, ασκώ επιρροή σε εξελίξεις
3. διαδραματίζομαι
εξελίσσομαι, γίνομαι, συμβαίνω (κατά δραματικό τρόπο)
αρχ.
παριστάνω δράμα μέχρι τέλους.