διαπομπεύω: Difference between revisions

From LSJ

Ἴση λεαίνης καὶ γυναικὸς ὠμότης → Feritas leaenae quanta, tanta et feminae → Der Löwin Wildheit ist die selbe wie der Frau

Menander, Monostichoi, 267
(big3_11)
(9)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> tr. [[enviar]], [[servir]] haciendo la ronda ceremonial del banquete ἔστ' ἂν ὕδωρ οἴνῳ συμμειγνύμενον κυλίκεσσιν παῖς διαπομπεύῃ mientras que el muchacho sirva la ronda del agua mezclada con vino en las copas</i> Critias <i>Eleg</i>.8.7, Ῥάριον ὀργειῶνα νόμῳ διαπομπεύουσα Δημήτρᾳ Hermesian.7.19, τὴν κεφαλὴν ... τῷ στρατῷ τῶν ὁμοφύλων διαπομπεύων enviando la cabeza (de un enemigo) al ejército de sus compatriotas</i> Gr.Nyss.<i>Eun</i>.2.5.<br /><b class="num">2</b> intr. [[celebrar una procesión]] οὐκ ἐῶσα εἰς τέλος διαπομπεῦσθαι ὡς ἐτάχθησαν Luc.<i>Nec</i>.16.
|dgtxt=<b class="num">1</b> tr. [[enviar]], [[servir]] haciendo la ronda ceremonial del banquete ἔστ' ἂν ὕδωρ οἴνῳ συμμειγνύμενον κυλίκεσσιν παῖς διαπομπεύῃ mientras que el muchacho sirva la ronda del agua mezclada con vino en las copas</i> Critias <i>Eleg</i>.8.7, Ῥάριον ὀργειῶνα νόμῳ διαπομπεύουσα Δημήτρᾳ Hermesian.7.19, τὴν κεφαλὴν ... τῷ στρατῷ τῶν ὁμοφύλων διαπομπεύων enviando la cabeza (de un enemigo) al ejército de sus compatriotas</i> Gr.Nyss.<i>Eun</i>.2.5.<br /><b class="num">2</b> intr. [[celebrar una procesión]] οὐκ ἐῶσα εἰς τέλος διαπομπεῦσθαι ὡς ἐτάχθησαν Luc.<i>Nec</i>.16.
}}
{{grml
|mltxt=(AM [[διαπομπεύω]]) [[πομπεύω]]<br />[[υποβάλλω]] κάποιον σε [[διαπόμπευση]], τον [[περιφέρω]] για χλευασμό<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[οδηγώ]] την [[πομπή]] [[προς]] το [[σημείο]] τερματισμού<br /><b>2.</b> [[περιφέρω]] και [[κερνάω]] ([[κρασί]], [[νερό]] <b>κ.ά.</b>)
}}
}}

Revision as of 07:03, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαπομπεύω Medium diacritics: διαπομπεύω Low diacritics: διαπομπεύω Capitals: ΔΙΑΠΟΜΠΕΥΩ
Transliteration A: diapompeúō Transliteration B: diapompeuō Transliteration C: diapompeyo Beta Code: diapompeu/w

English (LSJ)

   A carry the procession to an end, Luc.Nec.16; Ράριον ὀργειῶνα νόμῳ -πομπεύουσα prob. in Hermesian.7.19.    II carry all round, ὕδωρ Critias1.7D.

German (Pape)

[Seite 596] den Aufzug zu Ende führen, εἰς τέλος, Luc. Necyom. 16; übh. herumgeben, ὕδωρ, Critias bei Ath. XIII, 600 e.

Greek (Liddell-Scott)

διαπομπεύω: φέρω τὴν πομπὴν εἰς τὸ τέλος, Λουκ. Νεκυομ. 16. ΙΙ. φέρω πέριξ, περιφέρω, ὕδωρ Κριτίας 7. 7.

French (Bailly abrégé)

mener jusqu’au bout un cortège, une procession.
Étymologie: διά, πομπεύω.

Spanish (DGE)

1 tr. enviar, servir haciendo la ronda ceremonial del banquete ἔστ' ἂν ὕδωρ οἴνῳ συμμειγνύμενον κυλίκεσσιν παῖς διαπομπεύῃ mientras que el muchacho sirva la ronda del agua mezclada con vino en las copas Critias Eleg.8.7, Ῥάριον ὀργειῶνα νόμῳ διαπομπεύουσα Δημήτρᾳ Hermesian.7.19, τὴν κεφαλὴν ... τῷ στρατῷ τῶν ὁμοφύλων διαπομπεύων enviando la cabeza (de un enemigo) al ejército de sus compatriotas Gr.Nyss.Eun.2.5.
2 intr. celebrar una procesión οὐκ ἐῶσα εἰς τέλος διαπομπεῦσθαι ὡς ἐτάχθησαν Luc.Nec.16.

Greek Monolingual

(AM διαπομπεύω) πομπεύω
υποβάλλω κάποιον σε διαπόμπευση, τον περιφέρω για χλευασμό
αρχ.
1. οδηγώ την πομπή προς το σημείο τερματισμού
2. περιφέρω και κερνάω (κρασί, νερό κ.ά.)