ἱερή: Difference between revisions

From LSJ

Πενία δ' ἄτιμον καὶ τὸν εὐγενῆ ποιεῖ → Pauper inhonorus, genere sit clarus licet → Die Armut nimmt selbst dem, der edel ist, die Ehr'

Menander, Monostichoi, 455
(6_9)
(17)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἱερή''': ἡ, = [[ἱέρεια]], (ὡς [[βασίλη]] ἀντὶ [[βασίλεια]]), Συλλ. Ἐπιγρ. 2108, Ἀνθ. Π. 7. 733, Ἀττ. [[ἱερά]], Πλάτ. ἐν Α. Β. 100. Πρβλ. [[μελλιέρη]], [[παριέρη]].
|lstext='''ἱερή''': ἡ, = [[ἱέρεια]], (ὡς [[βασίλη]] ἀντὶ [[βασίλεια]]), Συλλ. Ἐπιγρ. 2108, Ἀνθ. Π. 7. 733, Ἀττ. [[ἱερά]], Πλάτ. ἐν Α. Β. 100. Πρβλ. [[μελλιέρη]], [[παριέρη]].
}}
{{grml
|mltxt=ἡ (Α [[ἱερή]], αττ. τ. [[ἱερά]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />θηλ. του επιθ. [[ιερός]]<br /><b>αρχ.</b><br />η [[ιέρεια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μτγν. τ. του αττ. <i>ιερά</i>].
}}
}}

Revision as of 07:18, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱερή Medium diacritics: ἱερή Low diacritics: ιερή Capitals: ΙΕΡΗ
Transliteration A: hierḗ Transliteration B: hierē Transliteration C: ieri Beta Code: i(erh/

English (LSJ)

ἡ,

   A = ἱέρεια, AP7.733 (Diotim., nisi leg. ἱερῆ): Att. ἱερά Pl. ap.AB100.

Greek (Liddell-Scott)

ἱερή: ἡ, = ἱέρεια, (ὡς βασίλη ἀντὶ βασίλεια), Συλλ. Ἐπιγρ. 2108, Ἀνθ. Π. 7. 733, Ἀττ. ἱερά, Πλάτ. ἐν Α. Β. 100. Πρβλ. μελλιέρη, παριέρη.

Greek Monolingual

ἡ (Α ἱερή, αττ. τ. ἱερά)
νεοελλ.
θηλ. του επιθ. ιερός
αρχ.
η ιέρεια.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. τ. του αττ. ιερά].