κροτητικός: Difference between revisions
From LSJ
οὕτως ἐξ ἐχθρῶν αὐτοκτόνα πέμπετο δῶρα, ἐν χάριτος προφάσει μοῖραν ἔχοντα μόρου → thus mutual gifts that bring death were bestowed by enemies, gifts that brought the lot of death in the name of a favor
(7) |
(22) |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=krothtiko/s | |Beta Code=krothtiko/s | ||
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> <b class="b2">plausible</b>, αἴτησις Dosith. p.427 K.</span> | |Definition=ή, όν, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> <b class="b2">plausible</b>, αἴτησις Dosith. p.427 K.</span> | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κροτητικός]], -ή, -όν (Α) [[κροτώ]]<br />αυτός στον οποίο αξίζει [[επιδοκιμασία]] ή [[έπαινος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:26, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A plausible, αἴτησις Dosith. p.427 K.
Greek Monolingual
κροτητικός, -ή, -όν (Α) κροτώ
αυτός στον οποίο αξίζει επιδοκιμασία ή έπαινος.