μελιβόας: Difference between revisions
From LSJ
πρὸ συντριβῆς ἡγεῖται ὕβρις → pride goeth before destruction, pride comes before a fall, pride goes before a fall, pride goeth before a fall, pride wenteth before a fall, pride cometh before a fall, pride comes before the fall
(6_15) |
(24) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μελῐβόας''': ὁ, ὁ [[ἡδέως]] βοῶν, ᾄδων, [[κύκνος]] Εὐρ. Ἀποσπ. 775. 32. | |lstext='''μελῐβόας''': ὁ, ὁ [[ἡδέως]] βοῶν, ᾄδων, [[κύκνος]] Εὐρ. Ἀποσπ. 775. 32. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μελιβόας]], ὁ (Α)<br />αυτός που μιλάει ή κελαηδάει [[γλυκά]], που έχει μελωδική [[φωνή]], [[γλυκύφωνος]] («ἤδη δ' εἰς ἔργα κυναγοὶ στείχουσι θηροφόνοι πηγαῑσί τ' ἐπ' Ὠκεανοῡ [[μελιβόας]] [[κύκνος]] ἀχεῑ», <b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέλι]] <span style="color: red;">+</span> -[[βόας]] (<span style="color: red;"><</span> <i>βοῶ</i>), <b>[[πρβλ]].</b> <i>τηλε</i>-[[βόας]], <i>υψι</i>-[[βόας]]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:37, 29 September 2017
English (LSJ)
ὁ,
A sweet-singing, κύκνος E. Fr.773.34 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 122] ὁ, κύκνος, der Süßtönende, Eur. Phaeth. frg. 2, 34.
Greek (Liddell-Scott)
μελῐβόας: ὁ, ὁ ἡδέως βοῶν, ᾄδων, κύκνος Εὐρ. Ἀποσπ. 775. 32.
Greek Monolingual
μελιβόας, ὁ (Α)
αυτός που μιλάει ή κελαηδάει γλυκά, που έχει μελωδική φωνή, γλυκύφωνος («ἤδη δ' εἰς ἔργα κυναγοὶ στείχουσι θηροφόνοι πηγαῑσί τ' ἐπ' Ὠκεανοῡ μελιβόας κύκνος ἀχεῑ», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλι + -βόας (< βοῶ), πρβλ. τηλε-βόας, υψι-βόας].