νεβροστολίζω: Difference between revisions

From LSJ

κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → fortune is common to all, the future is unknown | fortune is common to all and the future unknown | fate is common to all and the future unknown

Source
(6_14)
(26)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''νεβροστολίζω''': νεβρῷ [[στολίζω]], μεταγεν. ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύν. σελ. 624.
|lstext='''νεβροστολίζω''': νεβρῷ [[στολίζω]], μεταγεν. ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύν. σελ. 624.
}}
{{grml
|mltxt=[[νεβροστολίζω]] (Α)<br />[[περιβάλλω]] κάποιον με [[νεβρίδα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[νεβρός]] «[[ελαφάκι]]» <span style="color: red;">+</span> [[στολίζω]].
}}
}}

Latest revision as of 12:02, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 235] = νεβρίζω, sp. D., vgl. Lob. Phryn. 625.

Greek (Liddell-Scott)

νεβροστολίζω: νεβρῷ στολίζω, μεταγεν. ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύν. σελ. 624.

Greek Monolingual

νεβροστολίζω (Α)
περιβάλλω κάποιον με νεβρίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεβρός «ελαφάκι» + στολίζω.