προπήδησις: Difference between revisions

From LSJ

Ὥσπερ οἱ ἐρωτικοὶ ἀπὸ τῶν ἐν αἰσθήσει καλῶν ὁδῷ προϊόντες ἐπ' αὐτὴν καταντῶσι τὴν μίαν τῶν καλῶν πάντων καὶ νοητῶν ἀρχήν → Just as lovers systematically leave behind what is fair to sensation and attain the one true source of all that is fair and intelligible

Source
(6_11)
(34)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''προπήδησις''': ἡ, τὸ πηδᾶν πρὸς τὰ ἐμπρός, Πολέμωνος Φυσιογν. 1. 6.
|lstext='''προπήδησις''': ἡ, τὸ πηδᾶν πρὸς τὰ ἐμπρός, Πολέμωνος Φυσιογν. 1. 6.
}}
{{grml
|mltxt=-ήσεως, ἡ, Α [[προπηδῶ]]<br /><b>1.</b> [[πήδημα]] [[προς]] τα [[εμπρός]]<br /><b>2.</b> [[προεκβολή]] [[προς]] τα [[εμπρός]] ή [[προς]] τα έξω («[[προπήδησις]] ὀφθαλμῶν», <b>Πολ.</b>)<br /><b>3.</b> [[εξάρθρωση]].
}}
}}

Revision as of 12:22, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προπήδησις Medium diacritics: προπήδησις Low diacritics: προπήδησις Capitals: ΠΡΟΠΗΔΗΣΙΣ
Transliteration A: propḗdēsis Transliteration B: propēdēsis Transliteration C: propidisis Beta Code: proph/dhsis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A protrusion, ὀφθαλμῶν Polem.Phgn. 17.    II dislocation, gloss on ἐκπάλεια, Sch.Orib.49.27.

Greek (Liddell-Scott)

προπήδησις: ἡ, τὸ πηδᾶν πρὸς τὰ ἐμπρός, Πολέμωνος Φυσιογν. 1. 6.

Greek Monolingual

-ήσεως, ἡ, Α προπηδῶ
1. πήδημα προς τα εμπρός
2. προεκβολή προς τα εμπρός ή προς τα έξω («προπήδησις ὀφθαλμῶν», Πολ.)
3. εξάρθρωση.