προϋφαρπάζω: Difference between revisions

From LSJ

κρυπτάδια φρονέοντα δικαζέμενharbour secret counsels

Source
(6_3)
(35)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προϋφαρπάζω''': [[ὑφαρπάζω]] πρότερον, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ Εἰρ. 288, κτλ.
|lstext='''προϋφαρπάζω''': [[ὑφαρπάζω]] πρότερον, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ Εἰρ. 288, κτλ.
}}
{{grml
|mltxt=Α [[ὑφαρπάζω]]<br />[[υφαρπάζω]], [[αρπάζω]] [[κρυφά]] ή δόλια [[προηγουμένως]].
}}
}}

Revision as of 12:24, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προϋφαρπάζω Medium diacritics: προϋφαρπάζω Low diacritics: προϋφαρπάζω Capitals: ΠΡΟΫΦΑΡΠΑΖΩ
Transliteration A: proüpharpázō Transliteration B: proupharpazō Transliteration C: proyfarpazo Beta Code: prou+farpa/zw

English (LSJ)

   A snatch beforehand, Sch. Ar.Pax289, Sch.S.Aj.1; τὴν σημασίαν EM401.2.

German (Pape)

[Seite 795] (s. ἁρπάζω), vorher heimlich wegraffen, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

προϋφαρπάζω: ὑφαρπάζω πρότερον, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ Εἰρ. 288, κτλ.

Greek Monolingual

Α ὑφαρπάζω
υφαρπάζω, αρπάζω κρυφά ή δόλια προηγουμένως.