σειστής: Difference between revisions
From LSJ
(b) |
(37) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0869.png Seite 869]] ὁ, der Erderschütterer, Io. Lyd. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0869.png Seite 869]] ὁ, der Erderschütterer, Io. Lyd. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο, ΝΑ, και [[σείστης]] Ν [[σείω]]<br />αυτός που κουνιέται όταν περπατά («του σειστή, του λυγιστή 'μαι, του ταβερνογυριστή 'μαι», δημ. [[τραγούδι]])<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που προκαλεί σεισμούς. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:28, 29 September 2017
English (LSJ)
οῦ, ὁ, (σείω)
A earth-shaker, a kind of earthquake, Lyd. Ost.53.
German (Pape)
[Seite 869] ὁ, der Erderschütterer, Io. Lyd.
Greek Monolingual
ο, ΝΑ, και σείστης Ν σείω
αυτός που κουνιέται όταν περπατά («του σειστή, του λυγιστή 'μαι, του ταβερνογυριστή 'μαι», δημ. τραγούδι)
αρχ.
αυτός που προκαλεί σεισμούς.