τειχόπυργος: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ γὰρ περισσὰ πράσσειν οὐκ ἔχει νοῦν οὐδένα → There is no sense in doing things beyond the usual measure

Sophocles, Antigone, 67-68
(6_14)
(40)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''τειχόπυργος''': ὁ, [[πύργος]] ἐπὶ τείχους [[μετὰ]] διόδου, Ἐτυμολ. Μέγ. 147, 5, [[ἔνθα]] τειχοπυργίους.
|lstext='''τειχόπυργος''': ὁ, [[πύργος]] ἐπὶ τείχους [[μετὰ]] διόδου, Ἐτυμολ. Μέγ. 147, 5, [[ἔνθα]] τειχοπυργίους.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Μ<br />[[πύργος]] τείχους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τεῖχος]] <span style="color: red;">+</span> [[πύργος]].
}}
}}

Latest revision as of 12:49, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1081] ὁ, ein Thurm in od. auf der Mauer mit einem Durchgange, E. M. v. ἀρμάριον.

Greek (Liddell-Scott)

τειχόπυργος: ὁ, πύργος ἐπὶ τείχους μετὰ διόδου, Ἐτυμολ. Μέγ. 147, 5, ἔνθα τειχοπυργίους.

Greek Monolingual

ὁ, Μ
πύργος τείχους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τεῖχος + πύργος.