τηρητής: Difference between revisions

From LSJ

ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in

Source
(6_19)
(41)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τηρητής''': -οῦ, ὁ, ὁ τηρῶν, φυλάττων, ὁ [[ὀφθαλμός]] δίκης τηρητὴς Διόδ. 3. 4, πρβλ. [[τοποτηρητής]].
|lstext='''τηρητής''': -οῦ, ὁ, ὁ τηρῶν, φυλάττων, ὁ [[ὀφθαλμός]] δίκης τηρητὴς Διόδ. 3. 4, πρβλ. [[τοποτηρητής]].
}}
{{grml
|mltxt=ο, θηλ. [[τηρήτρια]], η, ΝΜΑ [<i>τηρῶ</i> (Ι)]<br /><b>νεοελλ.</b><br />αυτός που τηρεί [[κάτι]], που με σεβασμό το διαφυλάττει (α. «[[τηρητής]] τών νόμων» β. «[[πιστός]] [[τηρητής]] τών εθίμων»)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που παρατηρεί, που εποπτεύει [[κάτι]]<br /><b>2.</b> [[φρουρός]], [[φύλακας]] («ὁ ὀφθαλμὸς δίκης [[τηρητής]]»).
}}
}}

Revision as of 12:57, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τηρητής Medium diacritics: τηρητής Low diacritics: τηρητής Capitals: ΤΗΡΗΤΗΣ
Transliteration A: tērētḗs Transliteration B: tērētēs Transliteration C: tiritis Beta Code: thrhth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,

   A keeper, observer, δίκης D.S.3.4.    2 guard, warden, PMich.Zen.84.10 (iii B.C.), PLond.3.1171.57 (i B.C.), PAmh.2.126.22 (ii A.D.), etc.

German (Pape)

[Seite 1108] ὁ, Bewahrer, Beobachter, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

τηρητής: -οῦ, ὁ, ὁ τηρῶν, φυλάττων, ὁ ὀφθαλμός δίκης τηρητὴς Διόδ. 3. 4, πρβλ. τοποτηρητής.

Greek Monolingual

ο, θηλ. τηρήτρια, η, ΝΜΑ [τηρῶ (Ι)]
νεοελλ.
αυτός που τηρεί κάτι, που με σεβασμό το διαφυλάττει (α. «τηρητής τών νόμων» β. «πιστός τηρητής τών εθίμων»)
μσν.-αρχ.
1. αυτός που παρατηρεί, που εποπτεύει κάτι
2. φρουρός, φύλακας («ὁ ὀφθαλμὸς δίκης τηρητής»).