ασταφίς: Difference between revisions
From LSJ
(6) |
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀσταφίς]] και [[ὀσταφίς]] και [[σταφίς]], η (Α)<br /><b>1.</b> η [[σταφίδα]]<br /><b>2.</b> το [[κρασί]] που παρασκευάζεται από [[σταφίδα]], ο [[σταφιδίτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τεχνικός όρος αβέβαιης ετυμολ. Παράλληλοι τ. [[οσταφίς]] ([[σπάνιος]]) και [[σταφίς]] (Ιπποκρ., θεόκρ.) από τους οποίους ο τ. [[ασταφίς]] (Ιων.-Αττ.) [[είναι]] πιθ. ο αρχαιότερος. Το [[θέμα]] των τ. θυμίζει αυτό της λ. [[σταφυλή]] «[[τσαμπί]]», ενώ η κατάλ. συνδέεται με άλλους όρους, οι οποίοι αναφέρονται σε μέρη [[φυτών]] ή φυτικά προϊόντα, | |mltxt=[[ἀσταφίς]] και [[ὀσταφίς]] και [[σταφίς]], η (Α)<br /><b>1.</b> η [[σταφίδα]]<br /><b>2.</b> το [[κρασί]] που παρασκευάζεται από [[σταφίδα]], ο [[σταφιδίτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τεχνικός όρος αβέβαιης ετυμολ. Παράλληλοι τ. [[οσταφίς]] ([[σπάνιος]]) και [[σταφίς]] (Ιπποκρ., θεόκρ.) από τους οποίους ο τ. [[ασταφίς]] (Ιων.-Αττ.) [[είναι]] πιθ. ο αρχαιότερος. Το [[θέμα]] των τ. θυμίζει αυτό της λ. [[σταφυλή]] «[[τσαμπί]]», ενώ η κατάλ. συνδέεται με άλλους όρους, οι οποίοι αναφέρονται σε μέρη [[φυτών]] ή φυτικά προϊόντα, πρβλ. [[κεδρίς]], [[κεφαλίς]]. Το <i>α</i>- του τ. [[ασταφίς]] ή [[είναι]] προθεματικό ή [[προϊόν]] φωνηεντικής μετάπτωσης, ο δε τ. [[σταφίς]] πιθ. <span style="color: red;"><</span> [[ασταφίς]], με σίγηση του <i>α</i>-]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:00, 23 December 2018
Greek Monolingual
ἀσταφίς και ὀσταφίς και σταφίς, η (Α)
1. η σταφίδα
2. το κρασί που παρασκευάζεται από σταφίδα, ο σταφιδίτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Τεχνικός όρος αβέβαιης ετυμολ. Παράλληλοι τ. οσταφίς (σπάνιος) και σταφίς (Ιπποκρ., θεόκρ.) από τους οποίους ο τ. ασταφίς (Ιων.-Αττ.) είναι πιθ. ο αρχαιότερος. Το θέμα των τ. θυμίζει αυτό της λ. σταφυλή «τσαμπί», ενώ η κατάλ. συνδέεται με άλλους όρους, οι οποίοι αναφέρονται σε μέρη φυτών ή φυτικά προϊόντα, πρβλ. κεδρίς, κεφαλίς. Το α- του τ. ασταφίς ή είναι προθεματικό ή προϊόν φωνηεντικής μετάπτωσης, ο δε τ. σταφίς πιθ. < ασταφίς, με σίγηση του α-].