ἀχάνη: Difference between revisions

From LSJ

ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends

Source
(7)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀχάνη]], η (Α)<br /><b>1.</b> περσικό και βοιωτικό [[μέτρο]] ισοδύναμο με 45 μεδίμνους<br /><b>2.</b> [[κιβώτιο]], [[κουτί]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Πιθ. δάνεια λ. <span style="color: red;"><</span> <b>(ακκαδ.)</b> <i>han</i><i>ū</i> <span style="color: red;"><</span> <b>(αιγυπτ.)</b> <i>hn</i> «[[κιβώτιο]], [[μπαούλο]]»].
|mltxt=[[ἀχάνη]], η (Α)<br /><b>1.</b> περσικό και βοιωτικό [[μέτρο]] ισοδύναμο με 45 μεδίμνους<br /><b>2.</b> [[κιβώτιο]], [[κουτί]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Πιθ. δάνεια λ. <span style="color: red;"><</span> <b>(ακκαδ.)</b> <i>han</i><i>ū</i> <span style="color: red;"><</span> <b>(αιγυπτ.)</b> <i>hn</i> «[[κιβώτιο]], [[μπαούλο]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀχάνη:''' [χᾱ], ἡ, περσικό μέτρο = [[σαράντα]] [[πέντε]] <i>μεδίμνους</i>, σε Αριστοφ.
}}
}}

Revision as of 18:20, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀχάνη Medium diacritics: ἀχάνη Low diacritics: αχάνη Capitals: ΑΧΑΝΗ
Transliteration A: achánē Transliteration B: achanē Transliteration C: achani Beta Code: a)xa/nh

English (LSJ)

ἡ, name of a Persian (also,

   A Boeotian, Arist.Fr.566) measure, = 45 μέδιμνοι, Ar.Ach.108,109.    2 chest, box, Phanod.25, Plu. Arat.6. [ᾰχᾱ Ar.Ach. ll. cc.]

German (Pape)

[Seite 417] ἡ, ein persisches, auch böotisches Getreidemaaß, = 45 μέδιμνοι, Ar. Ach. 108. – Eigtl. ein Kasten, Plut. Arat. 6; vgl. Schol. Ar. a. a. O.

Greek (Liddell-Scott)

ἀχάνη: ἡ, Περσικὸν (ὡσαύτως Βοιωτικὸν) μέτρον = πρὸς 45 μεδίμνους Ἀριστοφ. Ἀχ. 108, 109. 2) κίστη, κιβώτιον, Φανόδημ. ἐν Ἀποσπ. 25, Πλουτ. Ἄρατ. 6· ― ἴδε Πολυδ. Γ, 164 κἑξ. [ᾰχᾱνη, Ἐλμσλ. Ἀχ. ἔνθ’ ἀνωτ.].

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
1 mesure de blé perse, valant 45 médimnes attiques;
2 corbeille, panier.
Étymologie: DELG emprunt possible.

Spanish (DGE)

-ης, ἡ
1 medida persa de áridos equivalente a 45 medimnos ἀχάναι ... χρυσίου Ar.Ach.108, cf. 109, Phanod.19, Arist.Fr.566, Hsch., Eust.1446.8, 1854.10
medida beocia, Arist.l.c., Hsch.
2 sin idea de medida cajón, caja τὰς κλίμακας ... ἐμβαλόντες εἰς ἀχάνας metiendo las escalas en cajones Plu.Arat.6.

Greek Monolingual

ἀχάνη, η (Α)
1. περσικό και βοιωτικό μέτρο ισοδύναμο με 45 μεδίμνους
2. κιβώτιο, κουτί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Πιθ. δάνεια λ. < (ακκαδ.) hanū < (αιγυπτ.) hn «κιβώτιο, μπαούλο»].

Greek Monotonic

ἀχάνη: [χᾱ], ἡ, περσικό μέτρο = σαράντα πέντε μεδίμνους, σε Αριστοφ.