δεκάμνους: Difference between revisions
πόθῳ δὲ τοῦ θανόντος ἠγκιστρωμένη ψυχὴν περισπαίροντι φυσήσει νεκρῷ → pierced by sorrow for the dead shall breathe forth her soul on the quivering body
(8) |
(3) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[δεκάμνους]], -ουν και (<b>δωρ. τ.</b>) [[δεκάμνως]], -ων (Α)<br />αυτός που έχει [[βάρος]] ή [[αξία]] [[δέκα]] μνων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δέκα]] <span style="color: red;">+</span> <i>μνα</i> «[[ποσό]] [[εκατό]] δραχμών»]. | |mltxt=[[δεκάμνους]], -ουν και (<b>δωρ. τ.</b>) [[δεκάμνως]], -ων (Α)<br />αυτός που έχει [[βάρος]] ή [[αξία]] [[δέκα]] μνων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δέκα]] <span style="color: red;">+</span> <i>μνα</i> «[[ποσό]] [[εκατό]] δραχμών»]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''δεκάμνους:''' -μνουν, ([[μνᾶ]]), αυτός που ζυγίζει ή αξίζει όσο [[δέκα]] μνες, σε Αριστοφ. | |||
}} | }} |
Revision as of 18:20, 30 December 2018
English (LSJ)
μνουν, (μνᾶ)
A weighing or worth ten minae, Ar.Pax1224, 1235; δεκάμνουν, τό, weight of ten minae, IG22.1013.55; written δεκάμνων in ib. 11.203B99 (Delos, iii B.C.).
French (Bailly abrégé)
ους, ουν :
c. δεκάμνοος.
Spanish (DGE)
-ουν
• Morfología: [ac. neutr. sg. δεκάμνων X.Lac.7.5, IG 11(2).203B.99 (III a.C.)]
I que vale diez minas, de diez minasde una coraza, Ar.Pax 1224, cf. 1235.
II subst. τό δ.
1 numism. moneda de diez minas X.l.c.
2 peso de diez minas, IG l.c., 22.1013.55 (II a.C.).
Greek Monolingual
δεκάμνους, -ουν και (δωρ. τ.) δεκάμνως, -ων (Α)
αυτός που έχει βάρος ή αξία δέκα μνων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δέκα + μνα «ποσό εκατό δραχμών»].
Greek Monotonic
δεκάμνους: -μνουν, (μνᾶ), αυτός που ζυγίζει ή αξίζει όσο δέκα μνες, σε Αριστοφ.