ἀτιμαστήρ: Difference between revisions

From LSJ

τὸ κακὸν δοκεῖν ποτ' ἐσθλὸν τῷδ' ἔμμεν' ὅτῳ φρένας θεὸς ἄγει πρὸς ἄταν → evil appears as good to him whose mind the god is leading to destruction (Sophocles, Antigone 622f.)

Source
(6)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀτιμαστήρ]], ο (Α) [[ατιμάζω]]<br />αυτός που περιφρονεί ή προσβάλλει κάποιον.
|mltxt=[[ἀτιμαστήρ]], ο (Α) [[ατιμάζω]]<br />αυτός που περιφρονεί ή προσβάλλει κάποιον.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀτῑμαστήρ:''' -ῆρος, ὁ, [[ατιμαστής]], σε Αισχύλ.
}}
}}

Revision as of 18:28, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀτῑμαστήρ Medium diacritics: ἀτιμαστήρ Low diacritics: ατιμαστήρ Capitals: ΑΤΙΜΑΣΤΗΡ
Transliteration A: atimastḗr Transliteration B: atimastēr Transliteration C: atimastir Beta Code: a)timasth/r

English (LSJ)

ῆρος, ὁ,

   A dishonourer, A.Th.637.

German (Pape)

[Seite 386] ῆρος, der Entehrer, Aesch. Spt. 619.

Greek (Liddell-Scott)

ἀτῑμαστήρ: ῆρος, ὁ, ὁ ἀτιμάζων, Αἰσχύλ. Θήβ. 637: ἀτιμαστήριος, ον, μεταγ. Ἐκκλ.: -αστής, οῦ, ὁ Γλωσσ.

French (Bailly abrégé)

ῆρος (ὁ) :
qui déshonore, qui outrage.
Étymologie: ἀτιμάζω.

Spanish (DGE)

(ἀτῑμαστήρ) -ῆρος
desposeedor de derechos al trono, dicho de Eteocles, A.Th.637.

Greek Monolingual

ἀτιμαστήρ, ο (Α) ατιμάζω
αυτός που περιφρονεί ή προσβάλλει κάποιον.

Greek Monotonic

ἀτῑμαστήρ: -ῆρος, ὁ, ατιμαστής, σε Αισχύλ.