τεράζω: Difference between revisions

From LSJ

ὦ παῖδες Ἑλλήνων ἴτε ἐλευθεροῦτε πατρίδ', ἐλευθεροῦτε δὲ παῖδας, γυναῖκας, θεῶν τέ πατρῴων ἕδη, θήκας τε προγόνων: νῦν ὑπὲρ πάντων ἀγών. → O children of the Greeks, go, free your homeland, free also your children, your wives, the temples of your fathers' gods, and the tombs of your ancestors: now the struggle is for all things.

Source
(41)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=και τερᾴζω, Α [[τέρας]]<br />[[ερμηνεύω]], [[εξηγώ]] θεϊκά σημάδια.
|mltxt=και τερᾴζω, Α [[τέρας]]<br />[[ερμηνεύω]], [[εξηγώ]] θεϊκά σημάδια.
}}
{{lsm
|lsmtext='''τεράζω:''' ή τερᾴζω, μόνο στον ενεστ., ([[τέρας]]), [[ερμηνεύω]] τους οιωνούς ή τα φαινόμενα, σε Αισχύλ.
}}
}}

Revision as of 21:00, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεράζω Medium diacritics: τεράζω Low diacritics: τεράζω Capitals: ΤΕΡΑΖΩ
Transliteration A: terázō Transliteration B: terazō Transliteration C: terazo Beta Code: tera/zw

English (LSJ)

or (acc. to Hdn.Gr.1.443) τερᾴζω,

   A interpret portents or prodigies, A.Ag.125 (lyr.).

German (Pape)

[Seite 1092] Zeichen deuten, auslegen, weissagen, οὕτω δ' εἶπε τεράζων, Aesch. Ag. 124. Auch = τερατεύομαι, Phot. lex.

Greek (Liddell-Scott)

τεράζω: ἢ (κατὰ τὸν Ἡρῳδιαν. π. μον. λέξ. 23) τερᾴζω, τερατεύω, ἑρμηνεύω τὰ τέρατα, δηλ. τὰ σημεῖα, Αἰσχύλ. Ἀγ. 125, πρβλ. ματάζω, σφαδάζω.

French (Bailly abrégé)

interpréter des présages, prophétiser.
Étymologie: τέρας.

Greek Monolingual

και τερᾴζω, Α τέρας
ερμηνεύω, εξηγώ θεϊκά σημάδια.

Greek Monotonic

τεράζω: ή τερᾴζω, μόνο στον ενεστ., (τέρας), ερμηνεύω τους οιωνούς ή τα φαινόμενα, σε Αισχύλ.