ἁρματοτροφία: Difference between revisions
From LSJ
(6) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἁρματοτροφία]], η (Α) [[αρματοτροφώ]]<br />η [[εκτροφή]] ίππων για αρματοδρομίες. | |mltxt=[[ἁρματοτροφία]], η (Α) [[αρματοτροφώ]]<br />η [[εκτροφή]] ίππων για αρματοδρομίες. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἁρματοτροφία:''' ἡ, [[ανατροφή]], [[εκτροφή]] αλόγων, σε Ξεν. | |||
}} | }} |
Revision as of 21:44, 30 December 2018
English (LSJ)
ἡ,
A keeping of chariot-horses, X.Hier.11.5.
German (Pape)
[Seite 355] ἡ, das Halten von Wagenpferden zum Wettfahren, Xen. Hier. 11, 5.
Greek (Liddell-Scott)
ἁρματοτροφία: ἡ, τὸ τρέφειν ἵππους χάριν ἁρματηλασίας, Ξεν. Ἱέρ. 11. 5.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
entretien d’une écurie de courses.
Étymologie: ἅρμα, τρέφω.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
cría de caballos de tiro τὸ δὲ πάντων κάλλιστον ... εἶναι ἐπιτήδευμα ἁρματοτροφίαν X.Hier.11.5.
Greek Monolingual
ἁρματοτροφία, η (Α) αρματοτροφώ
η εκτροφή ίππων για αρματοδρομίες.