Ἀττικισμός: Difference between revisions

From LSJ

διὸ καὶ μεταλάττουσι τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν αἱ δοκοῦσαι παρθένοι τῶν εἰδώλων → therefore those professing to be virgins of the idols even change the natural use into the unnatural (Origen, commentary on Romans 1:26)

Source
(6_15)
(3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''Ἀττικισμός''': ὁ, τὸ Ἀττικίζειν, τὸ λαμβάνειν τὸ [[μέρος]] τῶν Ἀθηναίων, Θουκ. 3. 64., 4. 133. ΙΙ. = τῷ προηγ., Ἀλκίφρ. 2. 4, πρβλ. Κικ. π. Ἀττ. 4. 17.
|lstext='''Ἀττικισμός''': ὁ, τὸ Ἀττικίζειν, τὸ λαμβάνειν τὸ [[μέρος]] τῶν Ἀθηναίων, Θουκ. 3. 64., 4. 133. ΙΙ. = τῷ προηγ., Ἀλκίφρ. 2. 4, πρβλ. Κικ. π. Ἀττ. 4. 17.
}}
{{lsm
|lsmtext='''Ἀττικισμός:''' ὁ, [[συμπαράταξη]] με το [[μέρος]] των Αθηναίων, [[προσήλωση]] σε αυτούς, σε Θουκ.
}}
}}

Revision as of 21:48, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ἀττῐκισμός Medium diacritics: Ἀττικισμός Low diacritics: Αττικισμός Capitals: ΑΤΤΙΚΙΣΜΟΣ
Transliteration A: Attikismós Transliteration B: Attikismos Transliteration C: Attikismos Beta Code: *)attikismo/s

English (LSJ)

ὁ,

   A siding with Athens, loyalty to her, Th.3.64, 4.133.    II = foreg., Alciphr.2.4: pl., ibid., cf. Cic.Att.4.19.1.

Greek (Liddell-Scott)

Ἀττικισμός: ὁ, τὸ Ἀττικίζειν, τὸ λαμβάνειν τὸ μέρος τῶν Ἀθηναίων, Θουκ. 3. 64., 4. 133. ΙΙ. = τῷ προηγ., Ἀλκίφρ. 2. 4, πρβλ. Κικ. π. Ἀττ. 4. 17.

Greek Monotonic

Ἀττικισμός: ὁ, συμπαράταξη με το μέρος των Αθηναίων, προσήλωση σε αυτούς, σε Θουκ.