δαιτύς: Difference between revisions
From LSJ
Ζῶμεν πρὸς αὐτὴν τὴν τύχην οἱ σώφρονες → Fortunae arbitrio nos modesti vivimus → Wir Weise leben mit dem Ziel des Glücks allein
(8) |
(3) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[δαιτύς]] (-ύος), η (Α)<br />η [[δαίς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δαίομαι]] (<b>βλ.</b> [[δαίω]] II), με το ιωνικό [[επίθημα]] -<i>τυς</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[εδητύς]])]. | |mltxt=[[δαιτύς]] (-ύος), η (Α)<br />η [[δαίς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δαίομαι]] (<b>βλ.</b> [[δαίω]] II), με το ιωνικό [[επίθημα]] -<i>τυς</i> (<b>[[πρβλ]].</b> [[εδητύς]])]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''δαιτύς:''' -ύος, ἡ, Επικ. αντί [[δαίς]], [[γεύμα]], [[δείπνο]], [[συμπόσιο]], [[φαγοπότι]], σε Ομήρ. Ιλ. | |||
}} | }} |
Revision as of 22:04, 30 December 2018
English (LSJ)
ύος, ἡ, Ep. for δαίς,
A a meal, Il.22.496.
German (Pape)
[Seite 516] ὐος, ἡ, = δαίς, δαίτη, das Mahl, Homer einmal, Iliad. 22, 496.
Greek (Liddell-Scott)
δαιτύς: -ύος, ἡ, Ἐπ. ἀντὶ τοῦ δαίς, δεῖπνον, φαγητόν, Ἰλ. Χ. 496.
French (Bailly abrégé)
ύος (ἡ) :
repas.
Étymologie: épq. cf. δαίς.
English (Autenrieth)
ύος = δαίς, Il. 22.496.†
Spanish (DGE)
-ύος, ἡ
convite τὸν δὲ καὶ ἀμφιθαλὴς ἐκ δαιτύος ἐστυφέλιξε Il.22.496.
Greek Monolingual
δαιτύς (-ύος), η (Α)
η δαίς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δαίομαι (βλ. δαίω II), με το ιωνικό επίθημα -τυς (πρβλ. εδητύς)].
Greek Monotonic
δαιτύς: -ύος, ἡ, Επικ. αντί δαίς, γεύμα, δείπνο, συμπόσιο, φαγοπότι, σε Ομήρ. Ιλ.