τέο: Difference between revisions

From LSJ

Τιμώμενοι γὰρ πάντες ἥδονται βροτοί → Omnes enim homines honorari expetunt → Denn alle Menschen sehen sich recht gern geehrt

Menander, Monostichoi, 513
(41)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br /> Α<br /> (ιων. και δωρ. και επικ. τ. γεν.) <b>βλ.</b> <i>τίς</i>.———————— <b>(III)</b><br /> Α<br /> (δωρ. τ. γεν. της προσ. αντων. β' προσ. <i>σύ</i>) <b>βλ.</b> <i>εσύ</i>.
|mltxt=<b>(I)</b><br /> Α<br /> (ιων. και δωρ. και επικ. τ. γεν.) <b>βλ.</b> <i>τίς</i>.———————— <b>(III)</b><br /> Α<br /> (δωρ. τ. γεν. της προσ. αντων. β' προσ. <i>σύ</i>) <b>βλ.</b> <i>εσύ</i>.
}}
{{lsm
|lsmtext='''τέο:'''<b class="num">I.</b> Ιων. και Δωρ. γεν. της ερωτημ. αντων. τίς, σε Ομήρ. Ιλ. <b>II.[[τέο]]</b>, Ιων. και Δωρ. γεν. της εγκλιτ. αντων. τις, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ.<br /><b class="num">• [[τέο]]:</b> Δωρ. γεν. του <i>σύ</i> (<i>τύ</i>), Επικ. [[τεοῖο]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
}}

Revision as of 02:04, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τέο Medium diacritics: τέο Low diacritics: τέο Capitals: ΤΕΟ
Transliteration A: téo Transliteration B: teo Transliteration C: teo Beta Code: te/o

English (LSJ)

gen. of interrog. τίς, v. τις B init.    II τεο, gen. of enclit. τις, v. τις A init.    III τέο, Dor. gen. of ού (τύ), v. σύ; Ep. τεοῖο, ibid. τεοισι, τέοισι, Ion. for τισι, τίσι, v. τις A and B init. τέος, Dor. gen. of σύ (q.v.).

German (Pape)

[Seite 1092] dor. gen. von σύ statt σοῦ, Alcm. ion. u. dor. gen. von τίς statt τίνος (s. τίς), u. entl. = τινός.

Greek (Liddell-Scott)

τέο: Ἰων. καὶ Δωρ. γενικ. τῆς ἐρωτημ. ἀντωνυμ. τίς, Ἰλ. Β. 225, κλπ. ΙΙ. τεο, Ἰων. καὶ Δωρ. γεν. τῆς ἐγκλιτ. ἀντωνυμ. τις, Ὀδ. Π. 305, Ἡρόδ.

French (Bailly abrégé)

1ion. et dor. p. τίνος, gén. de τίς interrogatif.

English (Autenrieth)

see τίς, τὶς.

Greek Monolingual

(I)
Α
(ιων. και δωρ. και επικ. τ. γεν.) βλ. τίς.———————— (III)
Α
(δωρ. τ. γεν. της προσ. αντων. β' προσ. σύ) βλ. εσύ.

Greek Monotonic

τέο:I. Ιων. και Δωρ. γεν. της ερωτημ. αντων. τίς, σε Ομήρ. Ιλ. II.τέο, Ιων. και Δωρ. γεν. της εγκλιτ. αντων. τις, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ.
τέο: Δωρ. γεν. του σύ (τύ), Επικ. τεοῖο, σε Ομήρ. Ιλ.