πεζέταιροι: Difference between revisions
δύο ἀρνήσεις μίαν συγκατάθεσιν ποιοῦσι → two negatives make an affirmative
(5) |
(3b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πεζέταιροι:''' οἱ, οι πεζοί στρατιώτες στο Μακεδονικό στρατό· οι ιππείς λέγονταν <i>ἑταῖροι</i>, σε Δημ. | |lsmtext='''πεζέταιροι:''' οἱ, οι πεζοί στρατιώτες στο Μακεδονικό στρατό· οι ιππείς λέγονταν <i>ἑταῖροι</i>, σε Δημ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πεζέταιροι:''' οἱ пешая гвардия (в Македонии) Dem., Plut. | |||
}} | }} |
Revision as of 13:32, 31 December 2018
English (LSJ)
οἱ,
A foot-guards in the Macedon. army (cf. ἑταῖρος), D.2.17, Anaximen. Lampsac.4J., Plu.Flam. 17, 2.197c.
German (Pape)
[Seite 542] οἱ, eine aus erlesenem Fußvolk gebildete, zu einer Art Leibwache bestimmte Schaar im macedonischen Heere, zum Unterschiede von den Garde-Reitern, die schlechtweg ἑταῖροι heißen, Dem. 2, 17, Plut. Flam. 17. In B. A. 289 wird erkl. οἱ περὶ τὸ σῶμα τοῦ Φιλίππου φρουροί· ἦσαν δὲ οὗτοι καὶ πρῶτοι καὶ ἰσχυροί.
Greek (Liddell-Scott)
πεζέταιροι: οἱ, οἱ πεζοὶ σωματοφύλακες τοῦ Μακεδον. στρατοῦ, οἱ δὲ ἔφιπποι σωματοφ. ἐκαλοῦντο ἁπλῶς ἑταῖροι, Δημ. 23, 2, Πλουτ. Φλαμιν. 17., 2. 197C· πρβλ. Thirlw. Ἱστορ. τῆς Ἑλλάδ. τ. 5. σ. 179. - Κατὰ Φώτ. «Πεζέταιροι: Δημοσθένης ἐν Φιλιππικοῖς· Ἀναξιμένης δὲ ἐν πρώτῳ Φιλιππικῶν περὶ Ἀλεξάνδρου λέγων φησίν· ἔπειτα τοὺς μὲν ἐνδοξοτάτους ἱππεύειν συνεθίσας, ἑταίρους προσηγόρευσεν, τοὺς δὲ πλείστους καὶ τοὺς πεζούς .. πεζεταίρους ὠνόμασεν».
French (Bailly abrégé)
ων (οἱ) :
fantassins gardes du corps du roi de Macédoine.
Étymologie: πεζός, ἑταῖρος.
Greek Monolingual
και πεζαίτεροι, οι, ΝΜΑ
οι πεζοί σωματοφύλακες τών Μακεδόνων βασιλέων, σε αντιδιαστολή προς τους εφίππους που ονομάζονταν εταίροι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεζός + ἑταῖρος.
Greek Monotonic
πεζέταιροι: οἱ, οι πεζοί στρατιώτες στο Μακεδονικό στρατό· οι ιππείς λέγονταν ἑταῖροι, σε Δημ.
Russian (Dvoretsky)
πεζέταιροι: οἱ пешая гвардия (в Македонии) Dem., Plut.