σωφρόνισμα: Difference between revisions
From LSJ
ἄλλος Ἡρακλῆς, ἄλλος αὐτός → close friendship, close friend, another Hercules—another self, another Heracles—another self
(40) |
(nl) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=τὸ, Α [[σωφρονίζω]]<br />[[σωφρονισμός]], [[τιμωρία]] που γίνεται για παραδειγματισμό. | |mltxt=τὸ, Α [[σωφρονίζω]]<br />[[σωφρονισμός]], [[τιμωρία]] που γίνεται για παραδειγματισμό. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=σωφρόνισμα -ατος, τό [σωφρονίζω] vermaning, waarschuwing, (wijze) les. | |||
}} | }} |
Revision as of 15:12, 31 December 2018
English (LSJ)
ατος, τό,
A chastisement, lesson, A.Supp.992, Aristarch. Trag.3 (v.l. -ημα), App.Pun.78.
German (Pape)
[Seite 1062] τό, eine Witzigung, Warnung, Züchtigung, Aesch. Suppl. 970.
Greek (Liddell-Scott)
σωφρόνισμα: τό, κόλασις, σωφρονισμός, μάθημα, παίδευσις, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 992· διάφ. γραφ. ἀντὶ σωφρόνημα, Ἀρίσταρχ. παρὰ Στοβ. 602. 13.
Greek Monolingual
τὸ, Α σωφρονίζω
σωφρονισμός, τιμωρία που γίνεται για παραδειγματισμό.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
σωφρόνισμα -ατος, τό [σωφρονίζω] vermaning, waarschuwing, (wijze) les.