ληθεδών: Difference between revisions

From LSJ

τῶν δ᾿ ἄλλων τῶν νοσηματικῶν ἧττον μετέχουσιν αἱ γυναῖκες → apart from this one, women are less troubled by maladies

Source
(5)
(3)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ληθεδών:''' -όνος, ἡ, ποιητ. αντί [[λήθη]], σε Ανθ.
|lsmtext='''ληθεδών:''' -όνος, ἡ, ποιητ. αντί [[λήθη]], σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ληθεδών:''' όνος ἡ Anth. = [[λήθη]].
}}
}}

Revision as of 23:32, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ληθεδών Medium diacritics: ληθεδών Low diacritics: ληθεδών Capitals: ΛΗΘΕΔΩΝ
Transliteration A: lēthedṓn Transliteration B: lēthedōn Transliteration C: lithedon Beta Code: lhqedw/n

English (LSJ)

όνος, ἡ, poet. for λήθη, AP7.17 (Tull.Laur.), APl.4.244 (Agath.).

German (Pape)

[Seite 38] όνος, ἡ, = Folgdm; Tull. Laur. 3 (VII, 17); Agath. 45 (Plan. 244).

Greek (Liddell-Scott)

ληθεδών: -όνος, ἡ, ποιητ. ἀντὶ τοῦ λήθη, Ἀνθ. Π. 7. 17, Πλαν. 244.

Greek Monolingual

ληθεδών, -όνος, ἡ (Α)
(ποιητ.τ.) λήθη, λησμονιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. λήθ- του λανθάνω (πρβλ. λήθη) + επίθημα -δών (πρβλ. αρπε-δών, μελε-δών), το οποίο συχνά χρησιμοποιείται προς δήλωση οργάνου].

Greek Monotonic

ληθεδών: -όνος, ἡ, ποιητ. αντί λήθη, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

ληθεδών: όνος ἡ Anth. = λήθη.