μείδημα: Difference between revisions

From LSJ

κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education

Source
(5)
(3)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μείδημα:''' -ατος, τό, [[χαμόγελο]], το να χαμογελά [[κάποιος]], σε Ησίοδ.
|lsmtext='''μείδημα:''' -ατος, τό, [[χαμόγελο]], το να χαμογελά [[κάποιος]], σε Ησίοδ.
}}
{{elru
|elrutext='''μείδημα:''' ατος τό улыбка Hes., Anth.
}}
}}

Revision as of 23:52, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μείδημα Medium diacritics: μείδημα Low diacritics: μείδημα Capitals: ΜΕΙΔΗΜΑ
Transliteration A: meídēma Transliteration B: meidēma Transliteration C: meidima Beta Code: mei/dhma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A smile, Hes.Th.205 (pl.).

Greek (Liddell-Scott)

μείδημα: τό, μειδίαμα, «χαμόγελο», Ἡσ. Θ. 205.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
sourire.
Étymologie: μειδιάω.

Greek Monolingual

μείδημα, -ατος, τὸ (Α) μειδώ
το μειδίαμα, το χαμόγελο.

Greek Monotonic

μείδημα: -ατος, τό, χαμόγελο, το να χαμογελά κάποιος, σε Ησίοδ.

Russian (Dvoretsky)

μείδημα: ατος τό улыбка Hes., Anth.