ἐποποιία: Difference between revisions
οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι· χεῖρες δὲ καὶ ἦτορ ἴσο → this is my speed: my hands and heart are its equal, such am I for speed; my hands and heart are just as good
(14) |
(1ab) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (AM [[ἐποποιία]], Α και ἐποποιίη)<br /><b>1.</b> η [[σύνθεση]] επικού ποιήματος<br /><b>2.</b> η επική [[ποίηση]], το [[έπος]] («τὰ εἴδη ταυτὰ δεῑ ἔχειν τὴν ἐποποιίαν τῇ τραγῳδίᾳ», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[σειρά]] κατορθωμάτων ή ηρωικών πράξεων τα οποία θα άξιζε να υμνηθούν με τη [[σύνθεση]] έπους<br /><b>αρχ.</b><br />[[χρησμός]] διατυπωμένος σε δακτυλικό εξάμετρο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[εποποιός]]. Όπως η αρχική [[σημασία]] της λ. [[έπος]] «[[διήγηση]]» εξελίχθηκε σε «ηρωική [[πράξη]], [[κατόρθωμα]]» λόγω του περιεχομένου τών ποιητικών διηγήσεων του επικού κύκλου, [[έτσι]] και η σημ. της λ. [[εποποιία]] εξελίχθηκε στη σημ. «ηρωική [[πράξη]]» (ακριβέστερα «[[σειρά]] ηρωικών πράξεων»)]. | |mltxt=η (AM [[ἐποποιία]], Α και ἐποποιίη)<br /><b>1.</b> η [[σύνθεση]] επικού ποιήματος<br /><b>2.</b> η επική [[ποίηση]], το [[έπος]] («τὰ εἴδη ταυτὰ δεῑ ἔχειν τὴν ἐποποιίαν τῇ τραγῳδίᾳ», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[σειρά]] κατορθωμάτων ή ηρωικών πράξεων τα οποία θα άξιζε να υμνηθούν με τη [[σύνθεση]] έπους<br /><b>αρχ.</b><br />[[χρησμός]] διατυπωμένος σε δακτυλικό εξάμετρο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[εποποιός]]. Όπως η αρχική [[σημασία]] της λ. [[έπος]] «[[διήγηση]]» εξελίχθηκε σε «ηρωική [[πράξη]], [[κατόρθωμα]]» λόγω του περιεχομένου τών ποιητικών διηγήσεων του επικού κύκλου, [[έτσι]] και η σημ. της λ. [[εποποιία]] εξελίχθηκε στη σημ. «ηρωική [[πράξη]]» (ακριβέστερα «[[σειρά]] ηρωικών πράξεων»)]. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[ἐποποιΐα]], ἡ,<br />epic [[poetry]] or an epic [[poem]], Hdt. [from [[ἐποποιός]] | |||
}} | }} |
Revision as of 22:30, 9 January 2019
English (LSJ)
Ep. ἐποποιίη, ἡ,
A epic poetry or an epic poem, Hdt.2.116, Arist. Po.1459b8, etc. II divination by means of Homeric verses, PMag. Berol.1.328.
Spanish
adivinación por medio de versos épicos
Greek Monolingual
η (AM ἐποποιία, Α και ἐποποιίη)
1. η σύνθεση επικού ποιήματος
2. η επική ποίηση, το έπος («τὰ εἴδη ταυτὰ δεῑ ἔχειν τὴν ἐποποιίαν τῇ τραγῳδίᾳ», Αριστοτ.)
νεοελλ.
σειρά κατορθωμάτων ή ηρωικών πράξεων τα οποία θα άξιζε να υμνηθούν με τη σύνθεση έπους
αρχ.
χρησμός διατυπωμένος σε δακτυλικό εξάμετρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εποποιός. Όπως η αρχική σημασία της λ. έπος «διήγηση» εξελίχθηκε σε «ηρωική πράξη, κατόρθωμα» λόγω του περιεχομένου τών ποιητικών διηγήσεων του επικού κύκλου, έτσι και η σημ. της λ. εποποιία εξελίχθηκε στη σημ. «ηρωική πράξη» (ακριβέστερα «σειρά ηρωικών πράξεων»)].
Middle Liddell
ἐποποιΐα, ἡ,
epic poetry or an epic poem, Hdt. [from ἐποποιός