ἐποποιία

From LSJ

ἢ τοὺς πότους ἐρεῖς δῆλον ὅτι καὶ τὰ δεῖπνα καὶ ἐσθῆτα καὶ ἀφροδίσια, καὶ δέδιας μὴ τούτων ἐνδεὴς γενόμενος ἀπόλωμαι. οὐκ ἐννοεῖς δὲ ὅτι τὸ μὴ διψῆν τοῦ πιεῖν πολὺ κάλλιον καὶ τὸ μὴ πεινῆν τοῦ φαγεῖν καὶ τὸ μὴ ῥιγοῦν τοῦ ἀμπεχόνης εὐπορεῖν; → There you'll go, talking of drinking and dining and dressing up and screwing, worrying I'll be lost without all that. Don't you realize how much better it is to have no thirst, than to drink? to have no hunger, than to eat? to not be cold, than to possess a wardrobe of finery? (Lucian, On Mourning 16)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐποποιία Medium diacritics: ἐποποιία Low diacritics: εποποιία Capitals: ΕΠΟΠΟΙΙΑ
Transliteration A: epopoiía Transliteration B: epopoiia Transliteration C: epopoiia Beta Code: e)popoii/a

English (LSJ)

Ep. ἐποποιίη, ἡ,
A epic poetry or an epic poem, Hdt.2.116, Arist. Po.1459b8, etc.
II divination by means of Homeric verses, PMag. Berol.1.328.

Spanish

adivinación por medio de versos épicos

Greek Monolingual

η (AM ἐποποιία, Α και ἐποποιίη)
1. η σύνθεση επικού ποιήματος
2. η επική ποίηση, το έπος («τὰ εἴδη ταυτὰ δεῖ ἔχειν τὴν ἐποποιίαν τῇ τραγῳδίᾳ», Αριστοτ.)
νεοελλ.
σειρά κατορθωμάτων ή ηρωικών πράξεων τα οποία θα άξιζε να υμνηθούν με τη σύνθεση έπους
αρχ.
χρησμός διατυπωμένος σε δακτυλικό εξάμετρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εποποιός. Όπως η αρχική σημασία της λ. έπος «διήγηση» εξελίχθηκε σε «ηρωική πράξη, κατόρθωμα» λόγω του περιεχομένου τών ποιητικών διηγήσεων του επικού κύκλου, έτσι και η σημ. της λ. εποποιία εξελίχθηκε στη σημ. «ηρωική πράξη» (ακριβέστερα «σειρά ηρωικών πράξεων»)].

Middle Liddell

ἐποποιΐα, ἡ,
epic poetry or an epic poem, Hdt. [from ἐποποιός

Léxico de magia

adivinación por medio de versos épicos ὅταν εἰσέλθῃ, ἐρώτα αὐτόν, περὶ οὗ θέλεις, περὶ μαντείας, περὶ ἐποποιίας cuando se presente, pregúntale sobre lo que quieras, sobre profecía, sobre adivinación por medio de versos épicos P I 328