εὐρυφαρέτρης: Difference between revisions

From LSJ

ἐν τῷ ῥά σφι κύκησε γυνὴ εἰκυῖα θεῆισιν οἴνῳ Πραμνείῳ, ἐπὶ δ' αἴγειον κνῆ τυρόν κνήστι χαλκείῃ, ἐπὶ δ' ἄλφιτα λευκὰ πάλυνε. → In it the woman, like the goddesses, mixed Pramnian wine for them, and over it she grated goat cheese with a bronze grater, and sprinkled white barley on it.

Source
(4)
(1ab)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εὐρῠφᾰρέτρης:''' -ου, ὁ ([[φαρέτρα]]), αυτός που έχει φαρδιά [[φαρέτρα]], πλατιά [[σαϊτοθήκη]], σε Πίνδ.
|lsmtext='''εὐρῠφᾰρέτρης:''' -ου, ὁ ([[φαρέτρα]]), αυτός που έχει φαρδιά [[φαρέτρα]], πλατιά [[σαϊτοθήκη]], σε Πίνδ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=εὐρῠ-φᾰρέτρης, ου, [[φαρέτρα]]<br />with [[wide]] [[quiver]], Pind.
}}
}}

Revision as of 23:10, 9 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐρῠφᾰρέτρης Medium diacritics: εὐρυφαρέτρης Low diacritics: ευρυφαρέτρης Capitals: ΕΥΡΥΦΑΡΕΤΡΗΣ
Transliteration A: eurypharétrēs Transliteration B: eurypharetrēs Transliteration C: evryfaretris Beta Code: eu)rufare/trhs

English (LSJ)

Dor. -τρᾱς, ὁ,

   A with wide quiver, of Apollo, Pi.P. 9.26: acc. sg. -φάρετρᾰν Id.Pae.6.111; εὐρυφάρετρ' Ἄπολλον Id.Fr. 148.

German (Pape)

[Seite 1096] ὁ, mit weitem, geräumigem Köcher, Apollon, Pind. P. 9, 27 frg. 115; εὐρυφάρετρ' Ἄπολλον bei Ath. I, 22 b.

Greek (Liddell-Scott)

εὐρῠφᾰρέτρης: -ου, ὁ ἔχων εὐρεῖαν φαρέτραν, ἐπὶ τοῦ Ἀπόλλωνος, Πινδ. Π. 9. 45: ὡσαύτως, εὐρυφάρετρ᾿ Ἄπολλον ὀ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 115.

Greek Monolingual

εὐρυφαρέτρης και εὐρυφαρέτρας, ὁ (Α)
(για τον Απόλλωνα) αυτός που έχει ευρεία φαρέτρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ- + φαρέτρα.

Greek Monotonic

εὐρῠφᾰρέτρης: -ου, ὁ (φαρέτρα), αυτός που έχει φαρδιά φαρέτρα, πλατιά σαϊτοθήκη, σε Πίνδ.

Middle Liddell

εὐρῠ-φᾰρέτρης, ου, φαρέτρα
with wide quiver, Pind.