ἀφρόγαλα: Difference between revisions
From LSJ
ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends
(7) |
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=afrogala | |Transliteration C=afrogala | ||
|Beta Code=a)fro/gala | |Beta Code=a)fro/gala | ||
|Definition=ακτος, τό, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=ακτος, τό, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[frothed milk]], Gal.10.468.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 15:10, 1 July 2020
English (LSJ)
ακτος, τό,
A frothed milk, Gal.10.468.
German (Pape)
[Seite 415] τό, zu Schaum gerührte Milch, Galen.
Greek (Liddell-Scott)
ἀφρόγαλα: ακτος, τό, τὸ καὶ νῦν οὕτω καλούμενον, Γαλην.
Spanish (DGE)
-ακτος, τό
espuma de leche especie de batido c. uso medic., Gal.10.468.
Greek Monolingual
και αφρόγαλο, το (Α ἀφρόγαλα)
η κρούστα από βούτυρο που σχηματίζεται στην επιφάνεια του γάλακτος, το καϊμάκι
νεοελλ.
το εκλεκτότερο τμήμα ενός πράγματος, ο αφρός.