θηκαίος: Difference between revisions

From LSJ

προσέχετε ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασιν προβάτων ἔσωθεν δέ εἰσίν λύκοι ἅρπαγες → beware of the false prophets, who come to you in sheep's clothing, and inwardly are ravening wolves

Source
m (Text replacement - "αῑος" to "αῖος")
m (Text replacement - "αῑον" to "αῖον")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=θηκαῖος, -ία, -ον (Α) [[θήκη]]<br /><b>1.</b> <b>φρ.</b> «[[οἴκημα]] θηκαῑον» — [[οίκημα]] που μοιάζει με [[θήκη]], με σαρκοφάγο<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ θηκαῑον</i><br />η [[θήκη]].
|mltxt=θηκαῖος, -ία, -ον (Α) [[θήκη]]<br /><b>1.</b> <b>φρ.</b> «[[οἴκημα]] θηκαῖον» — [[οίκημα]] που μοιάζει με [[θήκη]], με σαρκοφάγο<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ θηκαῖον</i><br />η [[θήκη]].
}}
}}

Latest revision as of 13:20, 28 March 2021

Greek Monolingual

θηκαῖος, -ία, -ον (Α) θήκη
1. φρ. «οἴκημα θηκαῖον» — οίκημα που μοιάζει με θήκη, με σαρκοφάγο
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ θηκαῖον
η θήκη.