ἁλωνία: Difference between revisions
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ας, ἡ | |dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">• Grafía:</b> graf. ἁλωνιεία <i>PTeb</i>.727.21, 25 (II a.C.), [[ἁλωνεία]] <i>BGU</i> 663.8 (III d.C.)<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[era]] Heraclid.Pont.50, <i>CPR</i> 1.73.20 (II d.C.), Sch.Nic.<i>Th</i>.541, <i>PSakaon</i> 67.9 (IV d.C.).<br /><b class="num">2</b> [[parva]], <i>PTeb</i>.ll.cc., <i>PMil.Vogl</i>.253.20 (II d.C.), <i>PRyl</i>.442.4 (III d.C.), <i>PCair.Isidor</i>.65.5, 66.4, 67.6, 124.7 (III d.C.), <i>PMerton</i> 91.13, 14 (IV d.C.), <i>PCair.Isidor</i>.74.12 (IV d.C.), <i>SB</i> 9690.10 (IV d.C.), <i>POxy</i>.1107.3 (V/VI d.C.).<br /><b class="num">3</b> [[trilla]], <i>PHarris</i> 81.3 (VI d.C.), <i>POxy</i>.1976.19 (VI d.C.).<br /><b class="num">II</b> [[halo]] Sch.Nic.<i>Th</i>.166.<br /><b class="num">• Etimología:</b> Cf. [[ἅλως]]. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η<br /><b>1.</b> [[ποσότητα]] δημητριακών αρκετή για ένα [[αλώνισμα]]<br /><b>2.</b> [[ποσότητα]] καρπών, που απλώνεται σε [[αλώνι]] για [[αποξήρανση]]<br /><b>3.</b> ο [[καρπός]] που αλωνίστηκε.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αλώνι]]. Η σημ. (2) επιτρέπει πιθ. τη [[σύνδεση]] της λ. με το αρχ. [[ἁλωνία]]. | |mltxt=η<br /><b>1.</b> [[ποσότητα]] δημητριακών αρκετή για ένα [[αλώνισμα]]<br /><b>2.</b> [[ποσότητα]] καρπών, που απλώνεται σε [[αλώνι]] για [[αποξήρανση]]<br /><b>3.</b> ο [[καρπός]] που αλωνίστηκε.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αλώνι]]. Η σημ. (2) επιτρέπει πιθ. τη [[σύνδεση]] της λ. με το αρχ. [[ἁλωνία]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 10:45, 20 July 2021
English (LSJ)
ἡ, A = ἅλως, threshing-floor, Ath.12.524a, CPR73.20(ii A.D.), Sch.Nic.Th.541:—written ἁλωνεία, ἡ, Sch.Il.5.499, BGU 663 (iii A.D.). II grain on threshing-floor, PRyl.442.4 (iii A.D.), POxy.1107.3 (v/vi A.D.). III = ἅλως 11.2, Sch.Nic. Th.166.
German (Pape)
[Seite 113] ἡ, die Tenne, Ath. XII, 524 a; Sp.; zur Erkl. von ἀλωή bei den alten Lexikogr. gebraucht.
Greek (Liddell-Scott)
ἁλωνία: ἡ, = ἅλως, τὸ ἁλώνιον, Ἀθήν. 524Α.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
• Grafía: graf. ἁλωνιεία PTeb.727.21, 25 (II a.C.), ἁλωνεία BGU 663.8 (III d.C.)
I 1era Heraclid.Pont.50, CPR 1.73.20 (II d.C.), Sch.Nic.Th.541, PSakaon 67.9 (IV d.C.).
2 parva, PTeb.ll.cc., PMil.Vogl.253.20 (II d.C.), PRyl.442.4 (III d.C.), PCair.Isidor.65.5, 66.4, 67.6, 124.7 (III d.C.), PMerton 91.13, 14 (IV d.C.), PCair.Isidor.74.12 (IV d.C.), SB 9690.10 (IV d.C.), POxy.1107.3 (V/VI d.C.).
3 trilla, PHarris 81.3 (VI d.C.), POxy.1976.19 (VI d.C.).
II halo Sch.Nic.Th.166.
• Etimología: Cf. ἅλως.
Greek Monolingual
η
1. ποσότητα δημητριακών αρκετή για ένα αλώνισμα
2. ποσότητα καρπών, που απλώνεται σε αλώνι για αποξήρανση
3. ο καρπός που αλωνίστηκε.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αλώνι. Η σημ. (2) επιτρέπει πιθ. τη σύνδεση της λ. με το αρχ. ἁλωνία.