γιρλάντα: Difference between revisions

From LSJ

χρὴ τῶν ἀγαθῶν διακναιομένων πενθεῖν ὅστις χρηστὸς ἀπ' ἀρχῆς νενόμισται → when a good man is hurt, all who would be called good must suffer with him | when good men are being dragged down, anyone with worthy credentials must feel their pain | when the noble are afflicted, those who all their lives have been deemed loyal must mourn

Source
(8)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[γκιρλάντα]], η<br /><b>1.</b> [[ταινία]] ή [[στεφάνι]] από φύλλα δένδρων ή λουλούδια για [[διακόσμηση]] σε κίονες, αψίδες, πόρτες, παράθυρα<br /><b>2.</b> συνεχές [[κέντημα]] στην [[άκρη]] ενδύματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>ιταλ.</b> <i>ghirlanda</i> (<b>[[πρβλ]].</b> γαλλ. <i>guirlande</i><br />ισπ. <i>guirlanda</i>].
|mltxt=και [[γκιρλάντα]], η<br /><b>1.</b> [[ταινία]] ή [[στεφάνι]] από φύλλα δένδρων ή λουλούδια για [[διακόσμηση]] σε κίονες, αψίδες, πόρτες, παράθυρα<br /><b>2.</b> συνεχές [[κέντημα]] στην [[άκρη]] ενδύματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>ιταλ.</b> <i>ghirlanda</i> ([[πρβλ]]. γαλλ. <i>guirlande</i><br />ισπ. <i>guirlanda</i>].
}}
}}

Latest revision as of 08:30, 23 August 2021

Greek Monolingual

και γκιρλάντα, η
1. ταινία ή στεφάνι από φύλλα δένδρων ή λουλούδια για διακόσμηση σε κίονες, αψίδες, πόρτες, παράθυρα
2. συνεχές κέντημα στην άκρη ενδύματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. ghirlanda (πρβλ. γαλλ. guirlande
ισπ. guirlanda].