ἱερόδακρυς: Difference between revisions

From LSJ

νᾶφε καὶ μέμνασο ἀπιστεῖν → keep a clear head and remember not to believe a thing (Epicharmus fr. 250)

Source
m (Text replacement - "epith." to "epithet")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἱερόδακρυς]], -υ (Α)<br />(για το [[λιβάνι]]) αυτός που αποτελείται από ιερά δάκρυα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ιερ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>δακρυς</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δάκρυ]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>απειρό</i>-<i>δακρυς</i>, <i>πολύ</i>-<i>δακρυς</i>].
|mltxt=[[ἱερόδακρυς]], -υ (Α)<br />(για το [[λιβάνι]]) αυτός που αποτελείται από ιερά δάκρυα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ιερ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>δακρυς</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δάκρυ]]), [[πρβλ]]. <i>απειρό</i>-<i>δακρυς</i>, <i>πολύ</i>-<i>δακρυς</i>].
}}
}}

Revision as of 16:15, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱερόδακρυς Medium diacritics: ἱερόδακρυς Low diacritics: ιερόδακρυς Capitals: ΙΕΡΟΔΑΚΡΥΣ
Transliteration A: hieródakrys Transliteration B: hierodakrys Transliteration C: ierodakrys Beta Code: i(ero/dakrus

English (LSJ)

υ, gen. υος, epithet of λίβανος, A with hallowed tears or gum, Melanipp. 1.

German (Pape)

[Seite 1241] υος, λίβανος, heilige Thräne, Melanippds. bei Ath. XIV, 651 f.

Greek (Liddell-Scott)

ἱερόδακρῠς: ῠ, γεν. -υος, ἐπίθ. τοῦ λιβάνου, ὁ ἀποτελούμενος ἐξ ἱερῶν δακρύων, ἱερόδακρυν λίβανον Μελανιππίδης παρ’ Ἀθην. 651F (Μελανιππ. Ἀποσπ. 1).

Greek Monolingual

ἱερόδακρυς, -υ (Α)
(για το λιβάνι) αυτός που αποτελείται από ιερά δάκρυα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιερ(ο)- + -δακρυς (< δάκρυ), πρβλ. απειρό-δακρυς, πολύ-δακρυς].