κοινοτελής: Difference between revisions

From LSJ

μηδὲν κοτυλίζειν, ἀλλὰ καταπάττειν χύδην → not to sell by the cupful, but to dole out indiscriminately | not to sell by retail but wholesale

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κοινοτελής]], -ές (Α)<br />αυτός που επιτρέπεται ή παραχωρείται ή καθιερώνεται από την [[πολιτεία]] («[[δόγμα]] κοινοτελές», <b>επιγρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κοινός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τελής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τέλος]]), [[πρβλ]]. <i>ευ</i>-<i>τελής</i>, <i>υπο</i>-<i>τελής</i>].
|mltxt=[[κοινοτελής]], -ές (Α)<br />αυτός που επιτρέπεται ή παραχωρείται ή καθιερώνεται από την [[πολιτεία]] («[[δόγμα]] κοινοτελές», <b>επιγρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κοινός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τελής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τέλος]]), [[πρβλ]]. [[ευτελής]], [[υποτελής]]].
}}
}}

Revision as of 18:30, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κοινοτελής Medium diacritics: κοινοτελής Low diacritics: κοινοτελής Capitals: ΚΟΙΝΟΤΕΛΗΣ
Transliteration A: koinotelḗs Transliteration B: koinotelēs Transliteration C: koinotelis Beta Code: koinotelh/s

English (LSJ)

ές, A with the authority of the state, δόγμα IG11(4).1150 (Delos, ii B.C.).

Greek Monolingual

κοινοτελής, -ές (Α)
αυτός που επιτρέπεται ή παραχωρείται ή καθιερώνεται από την πολιτείαδόγμα κοινοτελές», επιγρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοινός + -τελής (< τέλος), πρβλ. ευτελής, υποτελής].