polytonic: Difference between revisions
Ὁ γραμμάτων ἄπειρος οὐ βλέπει βλέπων → Illiterata vita cum oculis caecitas → Wer unkundig im Lesen, sieht und ist doch blind
Tag: Undo |
|||
Line 21: | Line 21: | ||
[[meertonig]], [[meertonige]] | [[meertonig]], [[meertonige]] | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[πολυτονικός]], -ή, -ό, Ν<br /><b>φρ.</b> «πολυτονικό [[σύστημα]]»<br /><b>γραμμ.</b> παλαιότερος [[τρόπος]] [[γραφής]] τών λέξεων, [[κατά]] τον οποίο χρησιμοποιούνταν στον τονισμό τών λέξεων τα πνεύματα και η [[περισπωμένη]], δηλ. όλα τα τονικά [[σημεία]] της Αρχαίας Ελληνικής.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[τονικός]] (<span style="color: red;"><</span> [[τόνος]]), | |mltxt=[[πολυτονικός]], -ή, -ό, Ν<br /><b>φρ.</b> «πολυτονικό [[σύστημα]]»<br /><b>γραμμ.</b> παλαιότερος [[τρόπος]] [[γραφής]] τών λέξεων, [[κατά]] τον οποίο χρησιμοποιούνταν στον τονισμό τών λέξεων τα πνεύματα και η [[περισπωμένη]], δηλ. όλα τα τονικά [[σημεία]] της Αρχαίας Ελληνικής.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[τονικός]] (<span style="color: red;"><</span> [[τόνος]]), [[πρβλ]]. [[μονοτονικός]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 13:10, 25 August 2021
English (LSJ)
polytonic, multi-accent, multiaccent
French
Italian
Spanish
politónico
El sistema politónico (en griego πολυτονικὸν σύστημα, polytonikón sýstēma) es el sistema de escritura usado para escribir griego antiguo, bizantino y kazarévusa. Comprende un conjunto de reglas para la utilización de los diacríticos usados en esa lengua: el acento agudo, el acento grave, el acento circunflejo, el espíritu áspero, el espíritu suave, la diéresis y la coronis. El término politónico significa 'de muchos acentos'.
German
vieltönig, polytonisch
Die polytonische Orthographie (neugriechisch πολυτονικό σύστημα γραφής politonikó sístima grafís) ist ein System von Akzenten und anderen, die Buchstaben ergänzenden, Zeichen, das für die altgriechische Sprache entwickelt wurde. Der griechische Begriff polyton oder polytonisch (πολυτονικός) bedeutet wörtlich mehrtönig oder vieltönend (vergleiche die Polytonalität) und in sprachlichen Zusammenhängen spezieller mehrere Tonzeichen enthaltend. Für die amtliche Schreibung des Neugriechischen wurde sie 1982 zugunsten der monotonischen Orthographie vom griechischen Parlament abgeschafft.
Dutch
Greek Monolingual
πολυτονικός, -ή, -ό, Ν
φρ. «πολυτονικό σύστημα»
γραμμ. παλαιότερος τρόπος γραφής τών λέξεων, κατά τον οποίο χρησιμοποιούνταν στον τονισμό τών λέξεων τα πνεύματα και η περισπωμένη, δηλ. όλα τα τονικά σημεία της Αρχαίας Ελληνικής.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < πολυ- + τονικός (< τόνος), πρβλ. μονοτονικός.