λυμεωνεύομαι: Difference between revisions
From LSJ
ἀσμένῳ δέ σοι ἡ ποικιλείμων νὺξ ἀποκρύψει φάος → glad wilt thou be when night, arrayed in spangled garb, shuts out the light
m (Text replacement - "τοιαῡτ" to "τοιαῦτ") |
mNo edit summary |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=lymeoneyomai | |Transliteration C=lymeoneyomai | ||
|Beta Code=lumewneu/omai | |Beta Code=lumewneu/omai | ||
|Definition= | |Definition=[[play the destroyer]], [[act the destroyer]] ([[λυμεών]]), ''Plb.5.5.8''. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 06:48, 24 July 2022
English (LSJ)
play the destroyer, act the destroyer (λυμεών), Plb.5.5.8.
Greek (Liddell-Scott)
λυμεωνεύομαι: ἀποθ., = λυμαίνομαι, διάφ. γραφ. ἐν Πολυβ. 5. 5, 8.
Greek Monolingual
λυμεωνεύομαι (Α) λυμεών
έχω τη διάθεση να ενεργήσω ως λυμεώνας, καταστρεπτικά («οὗτοι μὲν οὖν λυμεωνευόμενοι ταῦτα καὶ τὰ τοιαῦτα συνεβούλευον», Πολ.).
Russian (Dvoretsky)
λῡμεωνεύομαι: Polyb. v.l. = λυμαίνομαι.