ἀπερικάλυπτος: Difference between revisions

From LSJ

αἰθὴρ δ᾽ ἐλαφραῖς πτερύγων ῥιπαῖς ὑποσυρίζει (Aeschylus, Prometheus Bound 126) → The bright air fanned | whistles and shrills with rapid beat of wings.

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἀπερικάλυπτος:''' незакрытый, открытый ([[τόπος]] Arst.).
|elrutext='''ἀπερικάλυπτος:''' [[незакрытый]], [[открытый]] ([[τόπος]] Arst.).
}}
}}

Revision as of 12:10, 20 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπερικάλυπτος Medium diacritics: ἀπερικάλυπτος Low diacritics: απερικάλυπτος Capitals: ΑΠΕΡΙΚΑΛΥΠΤΟΣ
Transliteration A: aperikályptos Transliteration B: aperikalyptos Transliteration C: aperikalyptos Beta Code: a)perika/luptos

English (LSJ)

[κᾰ], ον, A uncovered, exposed, in Adv. -τως undisguisedly, Hld.8.5.

German (Pape)

[Seite 287] unverhüllt, unumwunden, Hel. 8, 5 u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπερικάλυπτος: -ον, ὁ μὴ περικεκαλυμμένος, ἐκτεθειμένος, διότι ἐνδιατρίβει ὁ ἥλιος ἐν τούτῳ τῷ τόπῳ τῷ ἀπερικαλύπτῳ Ἀριστ. π. Φυτῶν 2. 2, 18. ― Ἐπίρρ. -τως, φανερῶς, οὐχὶ ἐν κρυπτῷ, Ἡλιόδ. 8. 5.

Spanish (DGE)

-ον
1 desvelado, inocultable (πῦρ) φωτιστικὸν ταῖς ἀ. ἐλλάμψεσιν Dion.Ar.CH M.3.329B.
2 adv. -ως abiertamente ὡς φῶς ἀ. ... καταυγάζον Dion.Ar.CH M.3.144D.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀπερικάλυπτος, -ον)
αυτός που δεν έχει περικαλυφθεί, δεν έχει σκεπαστεί γύρο γύρο
αρχ.
φανερός.

Russian (Dvoretsky)

ἀπερικάλυπτος: незакрытый, открытый (τόπος Arst.).